Written by
verbal
in
no category
Sideways - Review
Sideways - Πλαγίως
**** (4/5)
Σκηνοθεσία: Alexander Payne
Σενάριο: Alexander Payne, Jim Taylor, Rex Pickett (τη νουβέλα)
Παίζουν: Paul Giamatti, Thomas Hayden Church, Virginia Madsen, Sandra Oh
Θα μου άρεσε να ξεκινήσω να μιλάω για την ταινία σα να ήταν ένα μπουκάλι κρασί, και να χρησιμοποιήσω λουσάτες λέξεις για αρώματα και πυκνότητες και γεύσεις και άλλα σχετικά, αλλά δυστυχώς, δεν ξέρω καμία. Δηλαδή εντάξει, ξέρω μερικές, αλλά δε νομίζω ότι φτάνουν. Να, ας πούμε, δεν ξέρω ποιος είναι ο ελληνικός όρος για το wine country…
Περιφραστικά πάντως, το wine country της California είναι επαρχιακή περιοχή της οποίας τεράστιες εκτάσεις είναι αφιερωμένες στην καλλιέργεια διαφόρων ποικιλιών σταφυλιού, με σκοπό την παραγωγή κρασιού. Επίσης είναι το μέρος όπου ο Miles (Giamatti), ένας κακόμοιρος, αποτυχημένος, αντικοινωνικός, μηδενικής αυτοεκτίμησης αλλά μεγάλου πάθους για το καλό κρασί τύπος, σκοπεύει να ξεναγήσει τον φίλο του Jack (Hayden Church), έναν αρρενωπό, ελαφρόμυαλο άντρα στο ζενίθ της ακόρεστης σεξουαλικότητας που συνοδεύει τη μέση ηλικία του. Για τον Miles, η εκδρομή στα μυστικά της οινογνωσίας θα είναι το bachelor party και το δώρο του στον Jack, τον οποίο και θα παντρέψει άμα τη επιστροφή τους. Για τον Jack, το ποιο κρασί είναι φρουτώδες και ποιο έχει έντονη οξύτητα, είναι παντελώς αδιάφορο. Θέλει να νιώσει χαρές στα σκέλια του, για να σιγουρευτεί ότι είναι έτοιμος να παντρευτεί. Κι εδώ μπαίνουν οι δυο γυναικείοι χαρακτήρες, η πηγή των προβλημάτων και ενδεχομένως της λύτρωσής τους.
Το Sideways είναι η νέα ταινία του Alexander Payne, του (ναι, ελληνοαμερικάνου) σκηνοθέτη που πριν από δύο χρόνια μας χάρισε τον κομμένο και ραμμένο για Όσκαρ μαραθώνιο χασμουρητών Σχετικά με τον Schmidt, που ένας φίλος περιέγραψε με τη γλαφυρή φράση: «μέχρι να τελειώσει, έχεις βγει στη σύνταξη».
Μετά την παραπάνω παράγραφο, πάω στοίχημα ότι οι μισοί από ‘σας έχετε αρχίσει να χτυπάτε το κεφάλι σας στην οθόνη, ενώ από τους άλλους μισούς κάνας-δυο συμφωνείτε και οι υπόλοιποι απλά δεν είχατε δει την ταινία.
Πέρα απ’ τους ρυθμούς του όμως, ο Payne (που μαζί με τον Jim Taylor είχαν γράψει και το σενάριο του Jurassic Park III, ό,τι κι αν μπορεί να σημαίνει αυτό) στον Schmidt είχε επιδείξει την εξαιρετική του ικανότητα να χειρίζεται χαρακτήρες, να τους αναλύει σε βάθος και να αναδεικνύει μικρές χαρακτηριστικές πτυχές που, σαν την άκρη ενός φιόγκου, τραβώντας ‘τες σου αποκαλύπτουν ξαφνικά το υπέροχο δώρο που κρύβουν από κάτω τους.
Η αγάπη των δύο σεναριογράφων για τους χαρακτήρες τους, λάμπει στο Sideways όπως οι ζουμεροί καρποί του Pinot στον ήλιο της California (αρχίσαμε…) και είναι αυτή η αγάπη που δίνει την παιχνιδιάρικη, άλλοτε γλυκιά κι άλλοτε πιπεράτη γεύση στην ταινία. Ο Miles κάτω από το αξιολύπητο παρουσιαστικό του, σε μαγεύει τόσο όταν μιλά γι’ αυτό που πραγματικά αγαπά, που νιώθεις ότι αυτό που πραγματικά τον κατατρώει είναι η μοναξιά της ιδιοφυΐας του, κι ας είναι πολύ ταπεινός για να το παραδεχτεί. Όσο για τον Jack, εντάξει, νομίζω όλοι ξέρουμε από έναν τέτοιον.
Οι ρόλοι αυτοί, δε θα μπορούσαν να εξυπηρετηθούν καλύτερα από άλλους ηθοποιούς, αλλά πάλι, ο Payne έχει κι αυτό το χαρακτηριστικό: να αναθέτει ρόλους σε ανθρώπους με τη δυνατότητα να μη σου επιτρέπουν να φανταστείς άλλον στη θέση τους. Ο Giamatti μετά και την ερμηνεία του στο περσινό American Splendor αρχίζει να σχηματίζει ένα σερί από εξαιρετικά αποτελεσματικές ερμηνείες –αν και θα έπρεπε να προσέξει λίγο τη μανιέρα-, ενώ ο Church, όντας ο ίδιος πρώην επιτυχημένος ηθοποιός σαπουνόπερας που έχει πέσει στην ανεργία, όπως και ο ρόλος του δηλαδή, είχε ένα προβάδισμα.
Η δε Virgnia Madsen, το ερωτικό ενδιαφέρον του Miles, στην πιο σπαραχτική σκηνή της ταινίας εμποτίζει τα λόγια της με τέτοια αμεσότητα και ειλικρίνεια που δεν αποκλείεται να τη δούμε στο κόκκινο χαλί των Όσκαρ το Φλεβάρη. Αγκαζέ με τον Giamatti βέβαια, που μάλλον έχει εξασφαλίσει άλλη μια υποψηφιότητα, έχοντας ήδη μαζέψει ένα σωρό υποψηφιότητες σε βραβεύσεις ενώσεων κριτικών, Χρυσές Σφαίρες και λοιπά βραβεία.
**** (4/5)
Σκηνοθεσία: Alexander Payne
Σενάριο: Alexander Payne, Jim Taylor, Rex Pickett (τη νουβέλα)
Παίζουν: Paul Giamatti, Thomas Hayden Church, Virginia Madsen, Sandra Oh
Θα μου άρεσε να ξεκινήσω να μιλάω για την ταινία σα να ήταν ένα μπουκάλι κρασί, και να χρησιμοποιήσω λουσάτες λέξεις για αρώματα και πυκνότητες και γεύσεις και άλλα σχετικά, αλλά δυστυχώς, δεν ξέρω καμία. Δηλαδή εντάξει, ξέρω μερικές, αλλά δε νομίζω ότι φτάνουν. Να, ας πούμε, δεν ξέρω ποιος είναι ο ελληνικός όρος για το wine country…
Περιφραστικά πάντως, το wine country της California είναι επαρχιακή περιοχή της οποίας τεράστιες εκτάσεις είναι αφιερωμένες στην καλλιέργεια διαφόρων ποικιλιών σταφυλιού, με σκοπό την παραγωγή κρασιού. Επίσης είναι το μέρος όπου ο Miles (Giamatti), ένας κακόμοιρος, αποτυχημένος, αντικοινωνικός, μηδενικής αυτοεκτίμησης αλλά μεγάλου πάθους για το καλό κρασί τύπος, σκοπεύει να ξεναγήσει τον φίλο του Jack (Hayden Church), έναν αρρενωπό, ελαφρόμυαλο άντρα στο ζενίθ της ακόρεστης σεξουαλικότητας που συνοδεύει τη μέση ηλικία του. Για τον Miles, η εκδρομή στα μυστικά της οινογνωσίας θα είναι το bachelor party και το δώρο του στον Jack, τον οποίο και θα παντρέψει άμα τη επιστροφή τους. Για τον Jack, το ποιο κρασί είναι φρουτώδες και ποιο έχει έντονη οξύτητα, είναι παντελώς αδιάφορο. Θέλει να νιώσει χαρές στα σκέλια του, για να σιγουρευτεί ότι είναι έτοιμος να παντρευτεί. Κι εδώ μπαίνουν οι δυο γυναικείοι χαρακτήρες, η πηγή των προβλημάτων και ενδεχομένως της λύτρωσής τους.
Το Sideways είναι η νέα ταινία του Alexander Payne, του (ναι, ελληνοαμερικάνου) σκηνοθέτη που πριν από δύο χρόνια μας χάρισε τον κομμένο και ραμμένο για Όσκαρ μαραθώνιο χασμουρητών Σχετικά με τον Schmidt, που ένας φίλος περιέγραψε με τη γλαφυρή φράση: «μέχρι να τελειώσει, έχεις βγει στη σύνταξη».
Μετά την παραπάνω παράγραφο, πάω στοίχημα ότι οι μισοί από ‘σας έχετε αρχίσει να χτυπάτε το κεφάλι σας στην οθόνη, ενώ από τους άλλους μισούς κάνας-δυο συμφωνείτε και οι υπόλοιποι απλά δεν είχατε δει την ταινία.
Πέρα απ’ τους ρυθμούς του όμως, ο Payne (που μαζί με τον Jim Taylor είχαν γράψει και το σενάριο του Jurassic Park III, ό,τι κι αν μπορεί να σημαίνει αυτό) στον Schmidt είχε επιδείξει την εξαιρετική του ικανότητα να χειρίζεται χαρακτήρες, να τους αναλύει σε βάθος και να αναδεικνύει μικρές χαρακτηριστικές πτυχές που, σαν την άκρη ενός φιόγκου, τραβώντας ‘τες σου αποκαλύπτουν ξαφνικά το υπέροχο δώρο που κρύβουν από κάτω τους.
Η αγάπη των δύο σεναριογράφων για τους χαρακτήρες τους, λάμπει στο Sideways όπως οι ζουμεροί καρποί του Pinot στον ήλιο της California (αρχίσαμε…) και είναι αυτή η αγάπη που δίνει την παιχνιδιάρικη, άλλοτε γλυκιά κι άλλοτε πιπεράτη γεύση στην ταινία. Ο Miles κάτω από το αξιολύπητο παρουσιαστικό του, σε μαγεύει τόσο όταν μιλά γι’ αυτό που πραγματικά αγαπά, που νιώθεις ότι αυτό που πραγματικά τον κατατρώει είναι η μοναξιά της ιδιοφυΐας του, κι ας είναι πολύ ταπεινός για να το παραδεχτεί. Όσο για τον Jack, εντάξει, νομίζω όλοι ξέρουμε από έναν τέτοιον.
Οι ρόλοι αυτοί, δε θα μπορούσαν να εξυπηρετηθούν καλύτερα από άλλους ηθοποιούς, αλλά πάλι, ο Payne έχει κι αυτό το χαρακτηριστικό: να αναθέτει ρόλους σε ανθρώπους με τη δυνατότητα να μη σου επιτρέπουν να φανταστείς άλλον στη θέση τους. Ο Giamatti μετά και την ερμηνεία του στο περσινό American Splendor αρχίζει να σχηματίζει ένα σερί από εξαιρετικά αποτελεσματικές ερμηνείες –αν και θα έπρεπε να προσέξει λίγο τη μανιέρα-, ενώ ο Church, όντας ο ίδιος πρώην επιτυχημένος ηθοποιός σαπουνόπερας που έχει πέσει στην ανεργία, όπως και ο ρόλος του δηλαδή, είχε ένα προβάδισμα.
Η δε Virgnia Madsen, το ερωτικό ενδιαφέρον του Miles, στην πιο σπαραχτική σκηνή της ταινίας εμποτίζει τα λόγια της με τέτοια αμεσότητα και ειλικρίνεια που δεν αποκλείεται να τη δούμε στο κόκκινο χαλί των Όσκαρ το Φλεβάρη. Αγκαζέ με τον Giamatti βέβαια, που μάλλον έχει εξασφαλίσει άλλη μια υποψηφιότητα, έχοντας ήδη μαζέψει ένα σωρό υποψηφιότητες σε βραβεύσεις ενώσεων κριτικών, Χρυσές Σφαίρες και λοιπά βραβεία.