Written by
verbal
in
no category
Domino - Review
Domino
(2/5)
Σκηνοθεσία: Tony Scott
Σενάριο: Richard Kelly
Παίζουν: Keira Knightley, Mickey Rourke, Edgar Ramirez, Christopher Walken, Mena Suvari
Κορώνα ζεις, γράμματα πεθαίνεις. Κάπως έτσι είναι τα πράγματα στο Hollywood για τους σκηνοθέτες δράσης, όμως το πεπρωμένο του Tony Scott για πολλά χρόνια ήταν να ζήσει. Ο μικρός αδερφός του Ridley, έχει μέχρι σήμερα υπογράψει μερικές σπουδαίες ταινίες για την αμερικάνικη (και την ελληνική λίγο) pop κουλτούρα, όπως το top Gun, το Beverly Hills Cop 2 και το True Romance, και δυο από τις αγαπημένες μου περιπέτειες, το The Last Boy Scout και το Enemy of the State. Το Spy Game ήταν η τελευταία του μεγάλη στιγμή, όμως το περσινό Man on Fire προμήνυε το φετινό φιάσκο του Domino.
Εμπνευσμένο από την αληθινή ιστορία της Domino Harvey, Αμερικανίδας που εγκατέλειψε το modeling για να γίνει κυνηγός επικηρυγμένων, το νέο πόνημα του Scott ξεδιπλώνει σε 15 περίπου λεπτά την ταραχώδη εφηβεία της κόρης του Laurence Harvey (συμπρωταγωνιστή του Frank Sinatra στο παλιό Manchurian Candidate, στο ρόλο του νεαρού υποψήφιου προέδρου), που μετά τον πρόωρο θάνατο του πατέρα της αναγκάστηκε να ακολουθεί την τσαχπίνα μητέρα της στις προσπάθειές της να διατηρήσει το χλιδάτο της lifestyle. Δε γίνεται βέβαια καμία σύνδεση ανάμεσα στις απότομες αλλαγές στη ζωή της, με την απόφασή της να πιάσει ένα τόσο επικίνδυνο επάγγελμα, αλλά αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια του θεατή. Όπως και πολλά άλλα πράγματα.
Ο Tony Scott έχει χάσει τις αφηγηματικές του ικανότητες, και είναι διατεθειμένος να μας κάνει όλους να το πληρώσουμε. Κάπου στην ταινία αναφέρεται ότι ένας από τους χαρακτήρες του έχει το attention span ενός μαστουρωμένου κουναβιού, και προφανώς την ίδια άποψη έχει ο Scott για το κοινό του. Το Domino βρίσκεται κάπου ανάμεσα στο MTV και στο LSD, μια εξτραβαγκάνζα ασταμάτητων zoom, αμφεταμινικού μοντάζ και non-stop φιλτραρίσματος των καρέ, που σακατεύει όποια πλοκή είχε ψεκάσει στο σενάριό του ο Richard Kelly, ακρωτηριάζει την απόδοση της -ούτως ή άλλως περιορισμένων δυνατοτήτων- Knightley και είναι ικανή να προκαλέσει πολλαπλές ημικρανίες σε όποιον θεατή δεν είναι σωματικά προετοιμασμένος να παρακολουθήσει ένα δίωρο βιντεοκλίπ με ακατάληπτο στιχουργικό μπαγκράου (sic).
Προφανώς το πρόβλημα του Domino βρίσκεται στο σενάριο, και πιο συγκεκριμένα μαντεύω ότι βρίσκεται στο πάντρεμα του συγκεκριμένου σεναριογράφου με τον συγκεκριμένο σκηνοθέτη. Χωρίς να θέλω να φανώ ασεβής, δε μου φαίνεται διόλου απίθανο ένας άνθρωπος με πατημένα τα 60 να μην κατάλαβε τι ήταν αυτά που του έδωσε ο γραφιάς που έγινε underground θρύλος με το Donnie Darko, οπότε για να τα βάλει σε μια σειρά αναγκάστηκε να αφηγηθεί την ιστορία του σε μια συνεχή κατάσταση μαστούρας, αφού στο κάτω-κάτω, αυτό που φαίνεται να τον ενδιαφέρει σχεδόν αποκλειστικά σ’ αυτήν την ταινία, είναι να δοκιμάσει τα όρια της επεξεργασίας του φιλμ.
Δεν αμφισβητεί κανείς την ικανότητα του Scott να δίνει στις ταινίες του ένα ξεκάθαρα αναγνωρίσιμο και προσωπικό οπτικό στυλ, ζωντανό και δυναμικό, όμως εδώ καταλήγει πια να πνίγεται σε έναν αυνανιστικό ναρκισσισμό που αφορά μόνο τον εαυτό του και ελάχιστους καυλωμένους με την εικόνα και την τεχνολογία αλλοίωσής της. Εγώ καλά πέρασα δηλαδή, αλλά δε θα με πάρουμε και σα μέτρο σύγκρισης τώρα...
(2/5)
Σκηνοθεσία: Tony Scott
Σενάριο: Richard Kelly
Παίζουν: Keira Knightley, Mickey Rourke, Edgar Ramirez, Christopher Walken, Mena Suvari
Κορώνα ζεις, γράμματα πεθαίνεις. Κάπως έτσι είναι τα πράγματα στο Hollywood για τους σκηνοθέτες δράσης, όμως το πεπρωμένο του Tony Scott για πολλά χρόνια ήταν να ζήσει. Ο μικρός αδερφός του Ridley, έχει μέχρι σήμερα υπογράψει μερικές σπουδαίες ταινίες για την αμερικάνικη (και την ελληνική λίγο) pop κουλτούρα, όπως το top Gun, το Beverly Hills Cop 2 και το True Romance, και δυο από τις αγαπημένες μου περιπέτειες, το The Last Boy Scout και το Enemy of the State. Το Spy Game ήταν η τελευταία του μεγάλη στιγμή, όμως το περσινό Man on Fire προμήνυε το φετινό φιάσκο του Domino.
Εμπνευσμένο από την αληθινή ιστορία της Domino Harvey, Αμερικανίδας που εγκατέλειψε το modeling για να γίνει κυνηγός επικηρυγμένων, το νέο πόνημα του Scott ξεδιπλώνει σε 15 περίπου λεπτά την ταραχώδη εφηβεία της κόρης του Laurence Harvey (συμπρωταγωνιστή του Frank Sinatra στο παλιό Manchurian Candidate, στο ρόλο του νεαρού υποψήφιου προέδρου), που μετά τον πρόωρο θάνατο του πατέρα της αναγκάστηκε να ακολουθεί την τσαχπίνα μητέρα της στις προσπάθειές της να διατηρήσει το χλιδάτο της lifestyle. Δε γίνεται βέβαια καμία σύνδεση ανάμεσα στις απότομες αλλαγές στη ζωή της, με την απόφασή της να πιάσει ένα τόσο επικίνδυνο επάγγελμα, αλλά αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια του θεατή. Όπως και πολλά άλλα πράγματα.
Ο Tony Scott έχει χάσει τις αφηγηματικές του ικανότητες, και είναι διατεθειμένος να μας κάνει όλους να το πληρώσουμε. Κάπου στην ταινία αναφέρεται ότι ένας από τους χαρακτήρες του έχει το attention span ενός μαστουρωμένου κουναβιού, και προφανώς την ίδια άποψη έχει ο Scott για το κοινό του. Το Domino βρίσκεται κάπου ανάμεσα στο MTV και στο LSD, μια εξτραβαγκάνζα ασταμάτητων zoom, αμφεταμινικού μοντάζ και non-stop φιλτραρίσματος των καρέ, που σακατεύει όποια πλοκή είχε ψεκάσει στο σενάριό του ο Richard Kelly, ακρωτηριάζει την απόδοση της -ούτως ή άλλως περιορισμένων δυνατοτήτων- Knightley και είναι ικανή να προκαλέσει πολλαπλές ημικρανίες σε όποιον θεατή δεν είναι σωματικά προετοιμασμένος να παρακολουθήσει ένα δίωρο βιντεοκλίπ με ακατάληπτο στιχουργικό μπαγκράου (sic).
Προφανώς το πρόβλημα του Domino βρίσκεται στο σενάριο, και πιο συγκεκριμένα μαντεύω ότι βρίσκεται στο πάντρεμα του συγκεκριμένου σεναριογράφου με τον συγκεκριμένο σκηνοθέτη. Χωρίς να θέλω να φανώ ασεβής, δε μου φαίνεται διόλου απίθανο ένας άνθρωπος με πατημένα τα 60 να μην κατάλαβε τι ήταν αυτά που του έδωσε ο γραφιάς που έγινε underground θρύλος με το Donnie Darko, οπότε για να τα βάλει σε μια σειρά αναγκάστηκε να αφηγηθεί την ιστορία του σε μια συνεχή κατάσταση μαστούρας, αφού στο κάτω-κάτω, αυτό που φαίνεται να τον ενδιαφέρει σχεδόν αποκλειστικά σ’ αυτήν την ταινία, είναι να δοκιμάσει τα όρια της επεξεργασίας του φιλμ.
Δεν αμφισβητεί κανείς την ικανότητα του Scott να δίνει στις ταινίες του ένα ξεκάθαρα αναγνωρίσιμο και προσωπικό οπτικό στυλ, ζωντανό και δυναμικό, όμως εδώ καταλήγει πια να πνίγεται σε έναν αυνανιστικό ναρκισσισμό που αφορά μόνο τον εαυτό του και ελάχιστους καυλωμένους με την εικόνα και την τεχνολογία αλλοίωσής της. Εγώ καλά πέρασα δηλαδή, αλλά δε θα με πάρουμε και σα μέτρο σύγκρισης τώρα...