Written by
verbal
in
no category
Memoirs of a Geisha - Review
Memoirs of a Geisha – Αναμνήσεις μιας Γκέισας
(1.5/5)
Σκηνοθεσία: Rob Marshall
Σενάριο: Robin Swicord (από τη νουβέλα του Arthur Golden)
Παίζουν: Zhang Ziyi, Gong Li, Michelle Yeoh, Ken Watanabe
Δείτε το trailer
Οι Αναμνήσεις μιας Γκέισας, είναι μια απ’ αυτές τις ταινίες που, χάρη στη δύναμη της παραγωγής τους, μαζεύουν Όσκαρ συγκεκριμένων κατηγοριών, αδικώντας άλλες, καλύτερες και πιο ολοκληρωμένες ταινίες. Όμως όλα επιτρέπονται στον πόλεμο και το Hollywood, και δεν μπορεί να κρατήσει κανείς κακία στον Rob Marshall, που θέλει με τη δεύτερη ταινία του να επαναλάβει το θρίαμβο του Chicago.
Για την εννιάχρονη Τσίγιο, με τα μάτια από θάλασσα, το ταξίδι της ενηλικίωσης είναι απροσδόκητα σκληρό. Ο οικτρή οικονομική κατάσταση του πατέρα της, την μετατρέπει σε ιδιοκτησία μιας οκιγιά (βλ. εξευγενισμένο μπορντέλο) στην πρωτεύουσα της Ιαπωνίας, Κιότο, όπου θα πρέπει να αποδείξει την αξία της και να ζήσει σύμφωνα με τις αυστηρές αρχές μιας εκκολαπτόμενης γκέισας. Μέσα από τις κακουχίες και τις συγκρούσεις τις με την ντίβα του οίκου, ο Τσίγιο θα βρει ένα νόημα και έναν και μοναδικό σκοπό στη ζωή της: να γίνει η καλύτερη γκέισα της πόλης, ώστε να μπορέσει να μαγέψει τον Πρόεδρο, τον μοναδικό άνθρωπο σ’ ολόκληρη την παιδική της ζωή, που της έδειξε λίγη καλοσύνη. Όμως, όταν τελικά, πολλά χρόνια μετά, θα καταφέρει να φτάσει κοντά στο στόχο της, θα πρέπει να ξεπεράσει τα τραύματα που άνοιξε στη χώρα της ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος.
Όταν ανέλαβε να μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το best seller μυθιστόρημα του Arthur Golden -–ένα project που πέρασε αρκετά χρόνια στο ψυγείο του pre-production περιμένοντας να βρεθεί ένα κενό στην ατζέντα του αρχικά προορισμένου για τη σκηνοθεσία Steven Spielberg— φαίνεται πως η πρώτη και σημαντικότερη έγνοια του, ήταν η ταινία του να δείχνει σωστή. Και πράγματι, τα κουστούμια, τα σκηνικά, το μακιγιάζ και μαζί μ’ αυτά και η φωτογραφία, είναι απολύτως αψεγάδιαστα. Απ’ τη μεριά τους, αποδίδουν στην εντέλεια το πνεύμα της γκέισάς του: ένα κινούμενο έργο τέχνης.
Ένα έργο τέχνης όμως, δεν είναι μόνο η εικόνα. Είναι κι αυτά που κρύβει πίσω της. Η ουσία, το βάθος, το συναίσθημα, το στόρι. Όλα αυτά που λείπουν από την κινηματογραφική γκέισα. Όλα αυτά που αδυνατεί να προσεγγίσει ο Marshall, ο οποίος υπεραπλουστεύει τη φιλοσοφία που θα έπρεπε να αναλύει και να υπηρετεί η ταινία του, ούτως ώστε να την κάνει να ταιριάζει καλύτερα με τις μπουρμπουλήθρες των αναψυκτικών για τα οποία προορίζεται. Τα πράγματα γίνονται χειρότερα με την απροθυμία του να προσεγγίσει το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο στο οποίο θα έπρεπε να εντάσσεται το πολύχρωμο πανηγύρι του, κι έτσι οι πρωταγωνίστριές του περιφέρονται πανέμορφες, αλλά άψυχες, σ’ ένα ψυχρό πορσελάνινο κουκλοθέατρο, που προσπαθεί να αντλήσει ενέργεια απ’ το λειψό κι ανεξερεύνητο love story, και την ίδια στιγμή σκαλώνει στην εκφορά του αμερικάνικου λόγου, κλιμακώνοντας αδυσώπητα τον εκνευρισμό του θεατή για δυόμισι αναπάντεχα κουραστικές ώρες.
(1.5/5)
Σκηνοθεσία: Rob Marshall
Σενάριο: Robin Swicord (από τη νουβέλα του Arthur Golden)
Παίζουν: Zhang Ziyi, Gong Li, Michelle Yeoh, Ken Watanabe
Δείτε το trailer
Οι Αναμνήσεις μιας Γκέισας, είναι μια απ’ αυτές τις ταινίες που, χάρη στη δύναμη της παραγωγής τους, μαζεύουν Όσκαρ συγκεκριμένων κατηγοριών, αδικώντας άλλες, καλύτερες και πιο ολοκληρωμένες ταινίες. Όμως όλα επιτρέπονται στον πόλεμο και το Hollywood, και δεν μπορεί να κρατήσει κανείς κακία στον Rob Marshall, που θέλει με τη δεύτερη ταινία του να επαναλάβει το θρίαμβο του Chicago.
Για την εννιάχρονη Τσίγιο, με τα μάτια από θάλασσα, το ταξίδι της ενηλικίωσης είναι απροσδόκητα σκληρό. Ο οικτρή οικονομική κατάσταση του πατέρα της, την μετατρέπει σε ιδιοκτησία μιας οκιγιά (βλ. εξευγενισμένο μπορντέλο) στην πρωτεύουσα της Ιαπωνίας, Κιότο, όπου θα πρέπει να αποδείξει την αξία της και να ζήσει σύμφωνα με τις αυστηρές αρχές μιας εκκολαπτόμενης γκέισας. Μέσα από τις κακουχίες και τις συγκρούσεις τις με την ντίβα του οίκου, ο Τσίγιο θα βρει ένα νόημα και έναν και μοναδικό σκοπό στη ζωή της: να γίνει η καλύτερη γκέισα της πόλης, ώστε να μπορέσει να μαγέψει τον Πρόεδρο, τον μοναδικό άνθρωπο σ’ ολόκληρη την παιδική της ζωή, που της έδειξε λίγη καλοσύνη. Όμως, όταν τελικά, πολλά χρόνια μετά, θα καταφέρει να φτάσει κοντά στο στόχο της, θα πρέπει να ξεπεράσει τα τραύματα που άνοιξε στη χώρα της ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος.
Όταν ανέλαβε να μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το best seller μυθιστόρημα του Arthur Golden -–ένα project που πέρασε αρκετά χρόνια στο ψυγείο του pre-production περιμένοντας να βρεθεί ένα κενό στην ατζέντα του αρχικά προορισμένου για τη σκηνοθεσία Steven Spielberg— φαίνεται πως η πρώτη και σημαντικότερη έγνοια του, ήταν η ταινία του να δείχνει σωστή. Και πράγματι, τα κουστούμια, τα σκηνικά, το μακιγιάζ και μαζί μ’ αυτά και η φωτογραφία, είναι απολύτως αψεγάδιαστα. Απ’ τη μεριά τους, αποδίδουν στην εντέλεια το πνεύμα της γκέισάς του: ένα κινούμενο έργο τέχνης.
Ένα έργο τέχνης όμως, δεν είναι μόνο η εικόνα. Είναι κι αυτά που κρύβει πίσω της. Η ουσία, το βάθος, το συναίσθημα, το στόρι. Όλα αυτά που λείπουν από την κινηματογραφική γκέισα. Όλα αυτά που αδυνατεί να προσεγγίσει ο Marshall, ο οποίος υπεραπλουστεύει τη φιλοσοφία που θα έπρεπε να αναλύει και να υπηρετεί η ταινία του, ούτως ώστε να την κάνει να ταιριάζει καλύτερα με τις μπουρμπουλήθρες των αναψυκτικών για τα οποία προορίζεται. Τα πράγματα γίνονται χειρότερα με την απροθυμία του να προσεγγίσει το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο στο οποίο θα έπρεπε να εντάσσεται το πολύχρωμο πανηγύρι του, κι έτσι οι πρωταγωνίστριές του περιφέρονται πανέμορφες, αλλά άψυχες, σ’ ένα ψυχρό πορσελάνινο κουκλοθέατρο, που προσπαθεί να αντλήσει ενέργεια απ’ το λειψό κι ανεξερεύνητο love story, και την ίδια στιγμή σκαλώνει στην εκφορά του αμερικάνικου λόγου, κλιμακώνοντας αδυσώπητα τον εκνευρισμό του θεατή για δυόμισι αναπάντεχα κουραστικές ώρες.