Written by
verbal
in
no category
Cult.Film.Festival.06
Day Two: Το Κιτς Μες Στην Ψυχή Τους
Οι προβλέψεις επιβεβαιώθηκαν, και το ίδιο και η αίγλη μιας μεγάλης προσωπικότητας της ελληνικής cult υποκουλτούρας, στη χτεσινή βραδιά του Cult Film Festival του Gagarin. Μπορεί να άργησε, αλλά ο Νίκος Τριανταφυλλίδης, καλλιτεχνικός διευθυντής της διοργάνωσης, βρήκε την ευκαιρία να ξεσπαθώσει κατά όλων των «δήθεν» που επιβάλλουν τι είναι τέχνη και τι όχι, και περιθωριοποιούν την κουλτούρα που άξια υπερασπίζεται, θυμίζει και προωθεί η συγκεκριμένη διοργάνωση τα τελευταία τέσσερα χρόνια.
Αλλά πριν φτάσουμε στο μποτιλιάρισμα της Λιοσίων, να πούμε ότι νωρίτερα χτες είδαμε και την δεύτερη ταινία πρόσφατης παραγωγής που είχε στο πρόγραμμά του 4ο Φεστιβάλ Ελληνικού Cult Κινηματογράφου. Στις 16.00 το απόγευμα, ο νεαρός Στέφανος Πρόκος, είδε την αίθουσα του Gagarin να γεμίζει σχεδόν κατά το ήμισυ, από τολμηρούς νέους, πρόθυμους να επενδύσουν 5 ευρώ σε μια ταινία που τους πρότεινε η διοργάνωση. Είμαι βέβαιος ότι όσοι ακούμπησαν το γαλανό χαρτονόμισμά τους στην είσοδο, δυόμισι ώρες αργότερα δεν ένιωσαν ότι πήγε χαμένο. Όχι ολόκληρο τουλάχιστον.
Το Κλισέ, μια επαγγελματική δουλειά από ερασιτέχνες κινηματογραφιστές, είναι μια απολαυστική σάτιρα των… κλισέ του κινηματογράφου, που όμως διαπνέεται πλήρως από το πάθος των δημιουργών της για τη σκοτεινή αίθουσα και τη λατρεία τους για τις εικόνες που αντανακλούνται στην οθόνη της. Αυτό είναι που τη διαφοροποιεί από την αγανάκτηση και την εφηβική οργή που φαίνεται να κινητοποίησε τους δημιουργούς της χτεσινής Τυφλής Φυγής, και αυτό είναι που την κάνει απείρως απολαυστικότερη σε movie freaks, απ’ ό,τι σε έναν τυχαίο περαστικό. Αν μη τι άλλο, γιατί οι movie freaks θα έχουν το κουράγιο και την υπομονή να διανύσουν τις δυόμισι ώρες ταξιδιού που τους προτείνει ο Πρόκος.
Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι η ταινία δεν έχει εκπλήξεις και για τους ανυποψίαστους. Γιατί εύκολα βλέπει κανείς ότι το Κλισέ υποστηρίζεται από το δικό του, ελεύθερο κωμικό υπόβαθρο, που αν και μερικές φορές φλερτάρει με την βλαχομπαρόκ αναρχία των σκετς των ΑΜΑΝ, στη μεγαλύτερη διάρκειά του είναι απροσδόκητα και απολαυστικά αυτάρκες και απολαυστικό. Στους νεαρούς πρωταγωνιστές του, υπάρχουν μερικά ενδιαφέροντα ταλέντα, των οποίων τα ονόματα φυσικά δεν θυμάμαι αυτή τη στιγμή –και τα cocktail αργότερα εκείνη τη νύχτα μάλλον είχαν στόχο ακριβώς εκείνα τα εγκεφαλικά κύτταρα που τους είχαν καταγράψει--, αλλά υποθέτω ότι μπορούν να μου στείλουν μερικά οργισμένα mail για να τα επαναλάβουμε. Απ’ το συνολικό cast, εύκολα ξεχωρίζει ο μαυροφορεμένος ληστής με τις Jedi ικανότητες και το προσωνύμιο Κούκος (όπως το πουλί που κλέβει τα ξένα αυγά), η κοπελιά που παίζει την ημίτρελη επιστήμονα Βερόνικα, ο ίδιος ο Πρόκος, που θυμίζει κάτι απο Σπύρο Παπαδόπουλο στον κεντρικό πρωταγωνιστικό ρόλο, και φυσικά, ο κομπάρσος-πασπαρτού, Μπάμπης, τον οποίο υποδύεται ο Στάμος Δημητρόπουλος, σε ένα ανεναπανάληπτο ρεσιτάλ μούτας και διακριτικού screwball.
Το βασικό πρόβλημα του Κλισέ, το οποίο θα αναφέρω για τρίτη φορά, είναι η εξουθενωτική του διάρκεια. Στις δυόμισι ώρες του, ο Πρόκος ξεδιπλώνει ένα μεγάλο δίχτυ από αλληλοσυνδεόμενες ιστορίες, που περιλαμβάνουν έναν «μπάτσο με πρόβλημα συμπεριφοράς,» έναν κλέφτη με μυθικές ικανότητες, και έναν παρανοϊκό τρομοκράτη με σχέδια παγκόσμιας καταστροφής. Και διάφορες υποπλοκές τριγύρω. Η ταινία είναι εμφανώς βασισμένη σε στερεοτυπικές δομές πλοκής και χαρακτήρων της αμερικανικής φιλμογραφίας, αλλά και της ελληνικής (ασπρόμαυρης) παράδοσης του μελοδράματος, στερεότυπα τα οποία οι δημιουργοί σαρκάζουν ανελέητα, αλλά με γούστο. Όμως τόσο οι ερμηνείες, όσο και τα μεμονωμένα set pieces είναι άνισα, και σε ορισμένες περιπτώσεις επαναλαμβανόμενα, προκαλώντας ιλιγγιώδη σκαμπανεβάσματα στο ρυθμό. Υπάρχουν κομμάτια στο Κλισέ που κραυγάζουν την βαθύτερη επιθυμία τους να βρεθούν στο γνωστό «πάτωμα του δωματίου μοντάζ» (κλισέ), όμως ο Πρόκος κι ο Δημητρόπουλος, που έβαλε το χεράκι του στη μονταζιέρα, δεν άκουσαν αυτές τις φωνές -–προφανώς γιατί είχαν κουφαθεί απ’ τις κραυγές που ήδη είχαν μαχαιρώσει—και εκεί έχασαν ένα μεγάλο κομμάτι του παιχνιδιού.
Εν γένει πάντως, μετά την προβολή δεν νομίζω να ζήτησε κανείς τα λεφτά του πίσω, όπως επίσης δεν νομίζω να ήταν πολλοί αυτοί που δεν έμειναν στις θέσεις τους για να παρακολουθήσουν την επόμενη ταινία, το Κορίτσι του Μπαρ, μια to the core Σαλονικιώτικη παραγωγή με πρωταγωνιστή τον Γιάννη Φλωρινιώτη, τις ‘80s φορεσιές του και τα εκφραστικά τραγούδια του. Εγώ δεν ήμουν ένας απ’ αυτούς.
Ξαναπήγα πάντως, όταν ο άνθρωπος με το πρόσωπο από στόκο, ο τραγουδιστής με το σφυριχτό σίγμα, ο καλλιτέχνης που φορά τα άστρα στα σακάκια του, όταν ο Γιάννης Φλωρινιώτης παρουσίασε το πολυαναμενόμενο live show του. Δεν ξέρω πόσο live ήταν βέβαια, μιας και κάθε φορά που η μεγάλη προσωπικότητα απ’ τον Πόντο ευχαριστούσε το κοινό που τον αποθέωνε, για κάποιο λόγο το μικρόφωνο σιωπούσε, ωστόσο ακόμη κι αν η φωνή ήταν ηχογραφημένη, η ζωντάνια που ξεχείλιζε απ’ τα λικνίσματα του showman με τα χίλια κοστούμια (και τα εκατομμύρια στρας), ήταν αρκετή για να γεμίσει το Gagarin.
Το κοινό τον υποδέχτηκε με αλαλαγμούς εκστασιασμού, έστω κι αν χρειάστηκε να στηθεί για αρκετή ώρα στην ουρά της εισόδου, ακόμη κι αν δεν πρόλαβε να βρει να καθίσει, κι ακόμη κι αν χρειάστηκε να κάνει ένα μισάωρο υπομονή για να μπει όλος ο κόσμος μέσα, και να ξεκολλήσει το DVD player που θα έδειχνε τα αποσπάσματα-εισαγωγή σ’ αυτήν την lifetime achievement βράβευση. Άνθρωποι κρέμονταν σαν σταφύλια απ’ τον εξώστη του Gagarin όταν εμφανίστηκε ο Νικολάκης Φλωρινιώτης και το Γωγουλίνι σαν αντικαταστάτης της Αννούλας Φλωρινιώτη, και ο χώρος σείστηκε όταν ο padre famiglia της οικογένειας Φλωρινιώτη έκανε την είσοδο του στη σκηνή.
Τα λόγια (μου) δεν φτάνουν για να περιγράψουν το μεγαλείο των στιγμών που ζήσαμε χτες βράδυ, οι οποίες συμπληρώθηκαν από την απροσδόκητη εμφάνιση-έκπληξη ενός μαυροφορεμένου Θεσσαλονικιού «ράπερ», ο οποίος συνεργάστηκε με τον Γιάννη Φλωρινιώτη, και παρήγαγε το r’n’b-hip hop-whatever remix της αξέχαστης επιτυχίας «Πειράζει (που είμαι μεγάλη βεντέτα, πειράζει);» Ο γοριλλοειδής οργισμένος ράπερ, που λειτουργούσε ως άμεση αναφορά στην τελευταία ταινία του Peter Jackson, έβαλε το δικό του λιθαράκι στην βραδιά-υπερπαραγωγή, με απίστευτη σκηνική παρουσία, που κόντραρε στα ίσια τον Φλωρινιώτη όταν μοιράστηκαν την πίστα. Δεν θα αποτολμήσω να πω ότι υπήρξαν και στιγμές που έκλεψε την παράσταση με τις γκριμάτσες μίσους και τα νευρώδη χοροπηδητά του, θα σας δώσω όμως την ευκαιρία να αποφασίσετε μόνοι σας, βλέποντας το σχετικό βιντεάκι, το οποίο τράβηξα με την ψηφιακή φωτογραφική μου μηχανή. Προφανώς, περιμένω τα παιδιά απ’ την Τυφλή Φυγή να επικοινωνήσουν μαζί μου για να προσθέσουμε ψηφιακά εφέ.
Σήμερα Κυριακή, είπα να απέχω απ’ το άθλημα, αν και ξέρω ότι είναι κρίμα που δεν ξανάδα το Σεξ 13 Μποφόρ με τον παμμέγιστο Κώστα Γκουσγκούνη, ενώ κάτι μου λέει ότι και η one on one αναμέτρησή του με τον Απόστολο Σουγκλάκο –τον οποίο πρέπει από του χρόνου να ανακηρύξουν και επίσημο παρουσιαστή—θα είναι εξίσου απολαυστική με τα άλλα δυο live της φετινής διοργάνωσης. Αν τύχει να πάει κανείς, ας πει εντυπώσεις. Εγώ, του χρόνου πάλι.
Οι προβλέψεις επιβεβαιώθηκαν, και το ίδιο και η αίγλη μιας μεγάλης προσωπικότητας της ελληνικής cult υποκουλτούρας, στη χτεσινή βραδιά του Cult Film Festival του Gagarin. Μπορεί να άργησε, αλλά ο Νίκος Τριανταφυλλίδης, καλλιτεχνικός διευθυντής της διοργάνωσης, βρήκε την ευκαιρία να ξεσπαθώσει κατά όλων των «δήθεν» που επιβάλλουν τι είναι τέχνη και τι όχι, και περιθωριοποιούν την κουλτούρα που άξια υπερασπίζεται, θυμίζει και προωθεί η συγκεκριμένη διοργάνωση τα τελευταία τέσσερα χρόνια.
Αλλά πριν φτάσουμε στο μποτιλιάρισμα της Λιοσίων, να πούμε ότι νωρίτερα χτες είδαμε και την δεύτερη ταινία πρόσφατης παραγωγής που είχε στο πρόγραμμά του 4ο Φεστιβάλ Ελληνικού Cult Κινηματογράφου. Στις 16.00 το απόγευμα, ο νεαρός Στέφανος Πρόκος, είδε την αίθουσα του Gagarin να γεμίζει σχεδόν κατά το ήμισυ, από τολμηρούς νέους, πρόθυμους να επενδύσουν 5 ευρώ σε μια ταινία που τους πρότεινε η διοργάνωση. Είμαι βέβαιος ότι όσοι ακούμπησαν το γαλανό χαρτονόμισμά τους στην είσοδο, δυόμισι ώρες αργότερα δεν ένιωσαν ότι πήγε χαμένο. Όχι ολόκληρο τουλάχιστον.
Το Κλισέ, μια επαγγελματική δουλειά από ερασιτέχνες κινηματογραφιστές, είναι μια απολαυστική σάτιρα των… κλισέ του κινηματογράφου, που όμως διαπνέεται πλήρως από το πάθος των δημιουργών της για τη σκοτεινή αίθουσα και τη λατρεία τους για τις εικόνες που αντανακλούνται στην οθόνη της. Αυτό είναι που τη διαφοροποιεί από την αγανάκτηση και την εφηβική οργή που φαίνεται να κινητοποίησε τους δημιουργούς της χτεσινής Τυφλής Φυγής, και αυτό είναι που την κάνει απείρως απολαυστικότερη σε movie freaks, απ’ ό,τι σε έναν τυχαίο περαστικό. Αν μη τι άλλο, γιατί οι movie freaks θα έχουν το κουράγιο και την υπομονή να διανύσουν τις δυόμισι ώρες ταξιδιού που τους προτείνει ο Πρόκος.
Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι η ταινία δεν έχει εκπλήξεις και για τους ανυποψίαστους. Γιατί εύκολα βλέπει κανείς ότι το Κλισέ υποστηρίζεται από το δικό του, ελεύθερο κωμικό υπόβαθρο, που αν και μερικές φορές φλερτάρει με την βλαχομπαρόκ αναρχία των σκετς των ΑΜΑΝ, στη μεγαλύτερη διάρκειά του είναι απροσδόκητα και απολαυστικά αυτάρκες και απολαυστικό. Στους νεαρούς πρωταγωνιστές του, υπάρχουν μερικά ενδιαφέροντα ταλέντα, των οποίων τα ονόματα φυσικά δεν θυμάμαι αυτή τη στιγμή –και τα cocktail αργότερα εκείνη τη νύχτα μάλλον είχαν στόχο ακριβώς εκείνα τα εγκεφαλικά κύτταρα που τους είχαν καταγράψει--, αλλά υποθέτω ότι μπορούν να μου στείλουν μερικά οργισμένα mail για να τα επαναλάβουμε. Απ’ το συνολικό cast, εύκολα ξεχωρίζει ο μαυροφορεμένος ληστής με τις Jedi ικανότητες και το προσωνύμιο Κούκος (όπως το πουλί που κλέβει τα ξένα αυγά), η κοπελιά που παίζει την ημίτρελη επιστήμονα Βερόνικα, ο ίδιος ο Πρόκος, που θυμίζει κάτι απο Σπύρο Παπαδόπουλο στον κεντρικό πρωταγωνιστικό ρόλο, και φυσικά, ο κομπάρσος-πασπαρτού, Μπάμπης, τον οποίο υποδύεται ο Στάμος Δημητρόπουλος, σε ένα ανεναπανάληπτο ρεσιτάλ μούτας και διακριτικού screwball.
Το βασικό πρόβλημα του Κλισέ, το οποίο θα αναφέρω για τρίτη φορά, είναι η εξουθενωτική του διάρκεια. Στις δυόμισι ώρες του, ο Πρόκος ξεδιπλώνει ένα μεγάλο δίχτυ από αλληλοσυνδεόμενες ιστορίες, που περιλαμβάνουν έναν «μπάτσο με πρόβλημα συμπεριφοράς,» έναν κλέφτη με μυθικές ικανότητες, και έναν παρανοϊκό τρομοκράτη με σχέδια παγκόσμιας καταστροφής. Και διάφορες υποπλοκές τριγύρω. Η ταινία είναι εμφανώς βασισμένη σε στερεοτυπικές δομές πλοκής και χαρακτήρων της αμερικανικής φιλμογραφίας, αλλά και της ελληνικής (ασπρόμαυρης) παράδοσης του μελοδράματος, στερεότυπα τα οποία οι δημιουργοί σαρκάζουν ανελέητα, αλλά με γούστο. Όμως τόσο οι ερμηνείες, όσο και τα μεμονωμένα set pieces είναι άνισα, και σε ορισμένες περιπτώσεις επαναλαμβανόμενα, προκαλώντας ιλιγγιώδη σκαμπανεβάσματα στο ρυθμό. Υπάρχουν κομμάτια στο Κλισέ που κραυγάζουν την βαθύτερη επιθυμία τους να βρεθούν στο γνωστό «πάτωμα του δωματίου μοντάζ» (κλισέ), όμως ο Πρόκος κι ο Δημητρόπουλος, που έβαλε το χεράκι του στη μονταζιέρα, δεν άκουσαν αυτές τις φωνές -–προφανώς γιατί είχαν κουφαθεί απ’ τις κραυγές που ήδη είχαν μαχαιρώσει—και εκεί έχασαν ένα μεγάλο κομμάτι του παιχνιδιού.
Εν γένει πάντως, μετά την προβολή δεν νομίζω να ζήτησε κανείς τα λεφτά του πίσω, όπως επίσης δεν νομίζω να ήταν πολλοί αυτοί που δεν έμειναν στις θέσεις τους για να παρακολουθήσουν την επόμενη ταινία, το Κορίτσι του Μπαρ, μια to the core Σαλονικιώτικη παραγωγή με πρωταγωνιστή τον Γιάννη Φλωρινιώτη, τις ‘80s φορεσιές του και τα εκφραστικά τραγούδια του. Εγώ δεν ήμουν ένας απ’ αυτούς.
Ξαναπήγα πάντως, όταν ο άνθρωπος με το πρόσωπο από στόκο, ο τραγουδιστής με το σφυριχτό σίγμα, ο καλλιτέχνης που φορά τα άστρα στα σακάκια του, όταν ο Γιάννης Φλωρινιώτης παρουσίασε το πολυαναμενόμενο live show του. Δεν ξέρω πόσο live ήταν βέβαια, μιας και κάθε φορά που η μεγάλη προσωπικότητα απ’ τον Πόντο ευχαριστούσε το κοινό που τον αποθέωνε, για κάποιο λόγο το μικρόφωνο σιωπούσε, ωστόσο ακόμη κι αν η φωνή ήταν ηχογραφημένη, η ζωντάνια που ξεχείλιζε απ’ τα λικνίσματα του showman με τα χίλια κοστούμια (και τα εκατομμύρια στρας), ήταν αρκετή για να γεμίσει το Gagarin.
Το κοινό τον υποδέχτηκε με αλαλαγμούς εκστασιασμού, έστω κι αν χρειάστηκε να στηθεί για αρκετή ώρα στην ουρά της εισόδου, ακόμη κι αν δεν πρόλαβε να βρει να καθίσει, κι ακόμη κι αν χρειάστηκε να κάνει ένα μισάωρο υπομονή για να μπει όλος ο κόσμος μέσα, και να ξεκολλήσει το DVD player που θα έδειχνε τα αποσπάσματα-εισαγωγή σ’ αυτήν την lifetime achievement βράβευση. Άνθρωποι κρέμονταν σαν σταφύλια απ’ τον εξώστη του Gagarin όταν εμφανίστηκε ο Νικολάκης Φλωρινιώτης και το Γωγουλίνι σαν αντικαταστάτης της Αννούλας Φλωρινιώτη, και ο χώρος σείστηκε όταν ο padre famiglia της οικογένειας Φλωρινιώτη έκανε την είσοδο του στη σκηνή.
Τα λόγια (μου) δεν φτάνουν για να περιγράψουν το μεγαλείο των στιγμών που ζήσαμε χτες βράδυ, οι οποίες συμπληρώθηκαν από την απροσδόκητη εμφάνιση-έκπληξη ενός μαυροφορεμένου Θεσσαλονικιού «ράπερ», ο οποίος συνεργάστηκε με τον Γιάννη Φλωρινιώτη, και παρήγαγε το r’n’b-hip hop-whatever remix της αξέχαστης επιτυχίας «Πειράζει (που είμαι μεγάλη βεντέτα, πειράζει);» Ο γοριλλοειδής οργισμένος ράπερ, που λειτουργούσε ως άμεση αναφορά στην τελευταία ταινία του Peter Jackson, έβαλε το δικό του λιθαράκι στην βραδιά-υπερπαραγωγή, με απίστευτη σκηνική παρουσία, που κόντραρε στα ίσια τον Φλωρινιώτη όταν μοιράστηκαν την πίστα. Δεν θα αποτολμήσω να πω ότι υπήρξαν και στιγμές που έκλεψε την παράσταση με τις γκριμάτσες μίσους και τα νευρώδη χοροπηδητά του, θα σας δώσω όμως την ευκαιρία να αποφασίσετε μόνοι σας, βλέποντας το σχετικό βιντεάκι, το οποίο τράβηξα με την ψηφιακή φωτογραφική μου μηχανή. Προφανώς, περιμένω τα παιδιά απ’ την Τυφλή Φυγή να επικοινωνήσουν μαζί μου για να προσθέσουμε ψηφιακά εφέ.
Σήμερα Κυριακή, είπα να απέχω απ’ το άθλημα, αν και ξέρω ότι είναι κρίμα που δεν ξανάδα το Σεξ 13 Μποφόρ με τον παμμέγιστο Κώστα Γκουσγκούνη, ενώ κάτι μου λέει ότι και η one on one αναμέτρησή του με τον Απόστολο Σουγκλάκο –τον οποίο πρέπει από του χρόνου να ανακηρύξουν και επίσημο παρουσιαστή—θα είναι εξίσου απολαυστική με τα άλλα δυο live της φετινής διοργάνωσης. Αν τύχει να πάει κανείς, ας πει εντυπώσεις. Εγώ, του χρόνου πάλι.
*Παρακαλούνται οι υπέυθυνοι του Κλισέ, να μας στείλουν καμιά
φωτογραφία να στολίσουμε το σεντόνι. Ευχαριστώ.
**Για το βιντεάκι, αν δεν παίζει embedded, μπορείτε να το βρείτε εδώ
φωτογραφία να στολίσουμε το σεντόνι. Ευχαριστώ.
**Για το βιντεάκι, αν δεν παίζει embedded, μπορείτε να το βρείτε εδώ