Written by
verbal
in
no category
Funny Games (2007): Clip μαθημάτων οικιακής εισβολής
Δες/Κρύψε το red-band trailer
Μετά το πρώτο trailer που κυκλοφόρησε για γενική κατανάλωση στις αρχές της σαιζόν στο MSN, το κόκκινο trailer που συμπαρουσίασε το AICN λίγο μετά, ένα μάτσο κλιπάκια που βγήκαν στοχευμένα στο Bloody Disgusting κοντά με την πρεμιέρα της ταινίας στο Sundance, και μια... εναλλακτική κάρτα για τον Άγιο Βαλεντίνο, η Warner Independent που προσπαθεί να βρει τρόπο να προωθήσει στις μάζες την σχεδόν σκηνή προς σκηνή αναπαράσταση του διαβόητου θρίλερ του Mikael Haneke, από τον Mikael Haneke, έβγαλε χθες στο δίκτυο του IGN (με την σχετική στάμπα της αποκλειστικότητας φάτσα κάρτα), έναν ευχάριστο, εύχρηστο οδηγό τεσσάρων βημάτων, για επιτυχημένες οικιακές εισβολές και σαδιστικές παρενοχλήσεις, το πιο ενδεικτικό του ύφους της διεστραμμένης σάτιρας της βίας κλιπάκι απ' όσα έχουν κυκλοφορήσει ως τώρα (και μπορείς να τα βρεις μαζεμένα στο ψαρωτικό site της ταινίας).
Ιδεολογικά πολέμιος της φαινομενικά απλοϊκής κι αθώας αφηγηματικότητας των ταινιών του Hollywood και της ατζέντας που είναι πεπεισμένος ότι στην πραγματικότητα πάντα κρύβουν (ένα απ' τα αγαπημένα του sessions στο πανεπιστήμιο που διδάσκει κινηματογράφο στη Βιέννη, είναι η back to back προβολή του προπαγανδιστικού Θριάμβου της Θέλησης (1935) της Leni Riefenstahl και του Air Force One (1997) του Wolfgang Petersen), ο Haneke είχε ως ιδεατό στόχο της κινηματογραφικής παγίδας που έστηνε με το πρωτότυπο, αυστριακό Funny Games (1997), το αμερικάνικο κοινό και την βουτηγμένη στη βία κουλτούρα του. Οπότε δεν θα έπρεπε να προκαλεί έκπληξη το ότι όταν του ζήτησαν τα δικαιώματα για αμερικάνικο remake, δεν τα παραχωρούσε αν δεν έδιναν στον ίδιο τη σκηνοθετική καρέκλα (σε αντίθεση, ας πούμε, με το βραβευμένο για σκηνοθεσία στις Κάνες, Caché (2005), που θα γυρίσει --Θεός φυλάξει-- ο μάστορας της καλογυαλισμένης πορδής, Ron Howard). Κομπάζοντας ότι, απ' όσο ξέρει, κανείς σκηνοθέτης δεν έχει ξαναγυρίσει την ταινία του με τέτοια ακρίβεια, έχει διευκρινίσει ότι η αντιγραφή στην ουσία είναι μόνο επιφανειακή, κι ότι στην πραγματικότητα η ατμόσφαιρα και οι ερμηνείες έχουν διαφορετικό υπόβαθρο αλλοιώνοντας και το αποτέλεσμα στην επιρροή του θεατή --λογικό, αφού δέκα χρόνια μετά, η βία στο Hollywood και την Αμερική γενικότερα έχει αποκτήσει εντελώς διαφορετικές διαστάσεις.
Αυτό βέβαια, δεν αλλοίωσε κανενός τη δυσπιστία, και τις μουρμούρες για ξεπούλημα αντίστοιχο με αυτό του Shimizu στο αμερικάνικο remake του The Grudge (2004) για παράδειγμα. Και μετά τις πρώτες προβολές στο Sundance, φαίνεται ότι δέκα χρόνια μετά, πάλι λίγοι δείχνουν να καταλαβαίνουν την ταινία, παρά την αλλαγή της γλώσσας για την καταπολέμηση της αντανακλαστικής επιφυλακτικότητας των Αμερικάνων στα υποτιτλισμένα, που ο Haneke θεωρούσε και ως βασική αιτία της απογοητευτικής διείσδυσης της πρώτης ταινίας στο κοινό της. Όλα αυτά δεν βοήθησαν καθόλου τις σχέσεις του Haneke με τη Warner Independent, που δοκιμάστηκε απ' τη νευρικότητα της εταιρείας ως προς την εμπορική ταυτότητα που πρέπει να δώσουν στην ταινία, αν το κοινό που θα πρέπει να την πουλήσουν θα είναι το ευρύ, το arty, ή το θριλερικό, και αν μπορούσε να βγει στα τέλη του χρόνου που προγραμματιζόταν αρχικά, εν μέσω της οσκαρικής περιόδου και κοντά στο ανατριχιαστικής ομοιότητας περιστατικό οικιακής εισβολής στο Connecticut, ή στην πιο χαλαρή περίοδο του Μάρτη που τελικά κατέληξε, με περιορισμένο αριθμό αιθουσών στο πρώτο της άνοιγμα. Στη χώρα μας πάντως, η ταινία θα παιχτεί στις 27 του Μάρτη, δυο βδομάδες μετά την έξοδό της στην Αμερική, με τη σφραγίδα μας περήφανα κολλημένη στην αφίσα της.
Ιδεολογικά πολέμιος της φαινομενικά απλοϊκής κι αθώας αφηγηματικότητας των ταινιών του Hollywood και της ατζέντας που είναι πεπεισμένος ότι στην πραγματικότητα πάντα κρύβουν (ένα απ' τα αγαπημένα του sessions στο πανεπιστήμιο που διδάσκει κινηματογράφο στη Βιέννη, είναι η back to back προβολή του προπαγανδιστικού Θριάμβου της Θέλησης (1935) της Leni Riefenstahl και του Air Force One (1997) του Wolfgang Petersen), ο Haneke είχε ως ιδεατό στόχο της κινηματογραφικής παγίδας που έστηνε με το πρωτότυπο, αυστριακό Funny Games (1997), το αμερικάνικο κοινό και την βουτηγμένη στη βία κουλτούρα του. Οπότε δεν θα έπρεπε να προκαλεί έκπληξη το ότι όταν του ζήτησαν τα δικαιώματα για αμερικάνικο remake, δεν τα παραχωρούσε αν δεν έδιναν στον ίδιο τη σκηνοθετική καρέκλα (σε αντίθεση, ας πούμε, με το βραβευμένο για σκηνοθεσία στις Κάνες, Caché (2005), που θα γυρίσει --Θεός φυλάξει-- ο μάστορας της καλογυαλισμένης πορδής, Ron Howard). Κομπάζοντας ότι, απ' όσο ξέρει, κανείς σκηνοθέτης δεν έχει ξαναγυρίσει την ταινία του με τέτοια ακρίβεια, έχει διευκρινίσει ότι η αντιγραφή στην ουσία είναι μόνο επιφανειακή, κι ότι στην πραγματικότητα η ατμόσφαιρα και οι ερμηνείες έχουν διαφορετικό υπόβαθρο αλλοιώνοντας και το αποτέλεσμα στην επιρροή του θεατή --λογικό, αφού δέκα χρόνια μετά, η βία στο Hollywood και την Αμερική γενικότερα έχει αποκτήσει εντελώς διαφορετικές διαστάσεις.
Αυτό βέβαια, δεν αλλοίωσε κανενός τη δυσπιστία, και τις μουρμούρες για ξεπούλημα αντίστοιχο με αυτό του Shimizu στο αμερικάνικο remake του The Grudge (2004) για παράδειγμα. Και μετά τις πρώτες προβολές στο Sundance, φαίνεται ότι δέκα χρόνια μετά, πάλι λίγοι δείχνουν να καταλαβαίνουν την ταινία, παρά την αλλαγή της γλώσσας για την καταπολέμηση της αντανακλαστικής επιφυλακτικότητας των Αμερικάνων στα υποτιτλισμένα, που ο Haneke θεωρούσε και ως βασική αιτία της απογοητευτικής διείσδυσης της πρώτης ταινίας στο κοινό της. Όλα αυτά δεν βοήθησαν καθόλου τις σχέσεις του Haneke με τη Warner Independent, που δοκιμάστηκε απ' τη νευρικότητα της εταιρείας ως προς την εμπορική ταυτότητα που πρέπει να δώσουν στην ταινία, αν το κοινό που θα πρέπει να την πουλήσουν θα είναι το ευρύ, το arty, ή το θριλερικό, και αν μπορούσε να βγει στα τέλη του χρόνου που προγραμματιζόταν αρχικά, εν μέσω της οσκαρικής περιόδου και κοντά στο ανατριχιαστικής ομοιότητας περιστατικό οικιακής εισβολής στο Connecticut, ή στην πιο χαλαρή περίοδο του Μάρτη που τελικά κατέληξε, με περιορισμένο αριθμό αιθουσών στο πρώτο της άνοιγμα. Στη χώρα μας πάντως, η ταινία θα παιχτεί στις 27 του Μάρτη, δυο βδομάδες μετά την έξοδό της στην Αμερική, με τη σφραγίδα μας περήφανα κολλημένη στην αφίσα της.
Previously on Movies for the Masses: Sex and the City (2008): Μπλαμπλάδικο trailer