Αποκάλυψις Παύλου: Ιδού ο νέος νόμος
Εικοσιτέσσερα χρόνια μετά τον νόμο Μελίνας (όπως έγινε γνωστό το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο περί κινηματογράφου στην Ελλάδα, από την Μερκούρη που το συνέθεσε), έξι χρόνια μετά τις πρώτες εκδηλώσεις προθέσεων της Πολιτείας να τον εκσυγχρονίσει (εκ στόματος υφυπουργού πολιτισμού Πέτρου Τατούλη), τέσσερις αλλαγές υπουργών μετά την έναρξη των ενδοϋπουργικών διαβουλεύσεων για τη νέα του μορφή (Βουλγαράκη, Λιάπη, Σαμαρά και Γερουλάνου), και ένα χρόνο, μια Ομίχλη, έναν δημόσιο αλληλοσπαραγμό, μια νεόκοπη Ακαδημία, μια ανατρεπτική αλλαγή φρουράς στο ΕΚΚ, και μια σειρά επαναστατικών δημοσιευμάτων μετά την πρώτη ανακοίνωση της από-στιγμή-σε-στιγμή αποκάλυψής του, έφτασε σήμερα στην πλήρη δημοσιότητα, το νέο σχέδιο νόμου για τον κινηματογράφο, φιλοδοξώντας πιθανότατα κι αυτό, να γραφτεί στην Ιστορία για δυόμιση δεκαετίας ακόμα, ως νόμος Παύλου. Αν δεν τον τσακίσει η δημόσια διαβούλευση.
Η προσπάθεια να καθοριστεί δια νόμου παράθυρο ελάχιστης διάρκειας τριών μηνών, ανάμεσα στο πέρασμα της ταινίας απ’ την αίθουσα, στις άλλες μεθόδους εκμετάλλευσής της, είναι μάλλον και η πιο χαρακτηριστική των διεθνών προτύπων της πρότασης Γερουλάνου, σε ένα νομοσχέδιο που προτείνει τολμηρές αλλαγές, στις θεσμικές λειτουργίες που αποφασίζει να αγγίξει. Η πρόταση να πεταχτούν εκτός Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, όλοι οι αιρετοί του Διοικητικού Συμβουλίου, και να αντικατασταθούν με διορισμένους του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού, υπό την απόλυτη επίβλεψη ενός επίσης διορισμένου Γενικού Διευθυντή, που θα ασκεί αρμοδιότητες manager, έχει ήδη προκαλέσει τριγμούς, μέσω των πολεμικών ανταποκρίσεων που κυκλοφόρησαν υπό μορφή διαρροών τις τελευταίες βδομάδες, σε σελίδες του παραδοσιακού Τύπου. Εξίσου τρομακτικός για ορισμένους κύκλους, φαίνεται να είναι και ο δι’ ασυμβίβαστου αποκλεισμός ενεργών συνδικαλιστών, απ’ τις λίστες υποψηφίων που θα τσεκάρει για τους εκλεκτούς του, ο εκάστοτε Υπουργός. Μένει έτσι ανοιχτό το πεδίο για απρόσκοπτη εφαρμογή του οράματος του Γιώργου Παπαλιού, σε περίπτωση που ο Υπουργός επιλέξει να ανανεώσει την εμπιστοσύνη του, στον μέχρι τώρα πρόεδρο του ΕΚΚ. Και στον όποιον τον αντικαταστήσει, στην απίθανη περίπτωση που κάτι τέτοιο προκύψει.
Τεχνοκρατική είναι και η αναδιάρθρωση που επιχειρεί το νομοσχέδιο, στις λειτουργίες του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Προσπαθώντας να εξορθολογίσει τον τρόπο που διοικείται και τις αρμοδιότητες που έχει το ΦΚΘ, το νομοσχέδιο ξεκαθαρίζει ως αυτοτελείς υπάρξεις και τοποθετεί υπό τη διοικητική ομπρέλα διορισμένου γενικού διευθυντή του οργανισμού, το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, το Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, το Μουσείο Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, και τη Διεύθυνση Διεθνών Οπτικοακουστικών Παραγωγών που ιδρύει. Οι τέσσερις βραχίονες του ΦΚΘ, θα έχουν τα δικά τους ΔΣ, με δικό τους Διευθυντή (ορισμένο από το εκάστοτε ΔΣ και κατόπιν εισήγησης του Γενικού Διευθυντή του ΦΚΘ), κίνηση που εντάσσεται στο στόχο για «διαφάνεια και αποτελεσματικότητα στη λειτουργία των κρατικών φορέων υλοποίησης κινηματογραφικής πολιτικής», όπως λέει κι ο Γερουλάνος στην εισήγησή του. Αλλά η οποία, για την ώρα θα έχει ως μόνο απτό αντίκτυπο, την ανάγκη απόσυρσης του Δημήτρη Εϊπίδη από μία εκ των δυο διευθυντικών θέσεων που κρατάει στα φεστιβάλ κινηματογράφου και ντοκιμαντέρ, μιας και «η θέση» τόσο «του Διευθυντή Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου» όσο και του «Διευθυντή Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ, είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης» --εκτός κι αν διοριστεί ως general manager ολόκληρου του οργανισμού.
Σε άλλα βασικά σημεία, στο προτεινόμενο νομοσχέδιο ενσωματώνεται η δια νόμου υποχρέωση των τηλεοπτικών σταθμών να διαθέτουν το 1,5% των εσόδων τους, στην παραγωγή ταινιών που πληρούν προϋποθέσεις του νόμου, και μολονότι δεν αναφέρεται καν η ύπαρξη κυρώσεων σε περίπτωση συνέχισης της μέχρι τώρα γενικότερης αδιαφορίας των καναλιών να συνεισφέρουν, στο ίδιο πλαίσιο και με τις ίδιες υποχρεώσεις, εντάσσονται και «εταιρείες παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και νέων τεχνολογιών», για έσοδα που προέρχονται από εκμετάλλευση οπτικουακουστικού υλικού σε υπηρεσίες τύπου IPTV. Παράλληλα, ειδικές διατάξεις θέτουν φόρμουλες με βάση τις οποίες θα καθορίζονται τα ποσοστά χρηματοδοτήσεων, αναδιαμονών εσόδων και φοροελαφρύνσεων, η πλειονότητα των οποίων, θα πηγαίνει πλέον στον παραγωγό, και όχι στον διανομέα. Επιπλέον, μέσω συνδυασμού ευχολογίων και οδηγιών, βαρύτητα δίνεται στα φορολογικά κίνητρα που θα προσελκύσουν την ιδιωτική επένδυση στην οπτικοακουστική παραγωγή, και εξειδικευμένοι οργανισμοί ιδρύονται, με στόχο την προσέλκυση του αλλοδαπού κινηματογραφικού κεφαλαίου, τόσο απ’ ευθείας στην παραγωγή, όσο και στην επιλογή της χώρας ως προορισμό γυρισμάτων.
Ωστόσο, καμία αναφορά δεν γίνεται στο πώς το Υπουργείο θα διαχειριστεί το ευαίσθητο ζήτημα των Κρατικών Βραβείων, τα οποία, άλλωστε, αποτέλεσαν αφορμή για να σηκωθεί η περσινή Ομίχλη που ερήμωσε τη Θεσσαλονίκη από ελληνικές συμμετοχές, και παραμένει πια άγνωστο, αν θα συνεχίσουν να υπάρχουν, αν θα είναι χρηματικά, ή αν θα αντικατασταθούν με κάτι άλλο. Η απουσία Κρατικών Βραβείων, οδηγεί με τη σειρά της και στο ερώτημα του πώς θα επιλέγεται κάθε χρόνο η ελληνική συμμετοχή στην ξενόγλωσση κατηγορία των Όσκαρ, όχι για κανέναν άλλο λόγο, αλλά γιατί αυτή θα ήταν και η κεντρική αφορμή, να αναγνωρισθεί από την Πολιτεία, η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου. Της οποίας την φετινή πρόταση για τον Κυνόδοντα (2009), για να αποφύγει το Υπουργείο να την προσυπογράψει, αναγκάστηκε να διορίσει ειδική επιτροπή, να την... ξαναεπιλέξει.