Written by
verbal
in
no category
Finding Oscar - Α' Ανδρικός
Ένας stand-up comedian, ένα ξανθό αγόρι που δε θα γεράσει ποτέ, ένας κάτοικος της Χώρας του Ποτέ, ένας γερασμένος cowboy κι ένας ξενοδόχος από την Ρουάντα. Κι όλοι θέλουν το ίδιο πράγμα: ένα χρυσό αγαλματάκι. Αλλά μόνο ένας θα το πάρει. Ποιος;
Αν και για κάποιον περίεργο λόγο η Ακαδημία δε σκέφτηκε τον Paul Giammati (Sideways)που θα μπορούσε άνετα να κρατήσει μια θέση στην πεντάδα -για να μη σας θυμίζω τώρα τον Jim Carrey (Eternal Sunshine of the Spotless Mind) και συγκινούμαστε πάλι- γενικά η κατηγορία θα μπορούσε να θεωρηθεί κατά έναν βαθμό αναμενόμενη. Ο Clint Eastwood λόγω κεκτημένης ταχύτητας από το μεγάλο buzz του Μ$Β ανέβασε τον μέσο όρο ηλικίας, ο Johnny Depp (Finding Neverland) φαίνεται ότι έχει αρχίσει να μπαίνει σ’ αυτή τη μακρά περίοδο των σχετικά κοντινών μεταξύ τους υποψηφιοτήτων που θα του δώσουν την ταμπέλα του εκλεκτού της Ακαδημίας για να κορυφωθεί στη βράβευσή του σε 3-5 χρόνια αν όλα πάνε καλά, ο δε Don Cheadle (Hotel Rwanda) μπήκε στην κατηγορία για να εκπροσωπήσει μια ταινία που μπορεί να τονώσει το ηθικό των αμερικανών για τα ιρακινά τους, πατώντας με δύναμη όλα τα κουμπιά του συναισθηματισμού τους. Την ταινία του δεν την έχουμε δει ακόμη στην Ελλάδα, και αν και πολλοί λένε ότι είναι ξεκάθαρα ο καλύτερος από τους πέντε, η οσκαρική παραφημολογία δεν του δίνει καμία ελπίδα.
Κι έτσι πάμε τώρα στα μεγάλα κεφάλια: Leo DiCaprio, εναντίον Jamie Foxx. Διαγωνιζόμενοι ουσιαστικά στο ίδιο πράγμα, ποιος δηλαδή θα αποδώσει καλύτερα την προσωπικότητα και το χαρακτήρα πραγματικών ανθρώπων –ο πρώτος του Howard Hughes, ο δεύτερος του Ray Charles-, ο Foxx έχοντας σαφώς πιο αβανταδόρικο ρόλο αλλά και αδιαμφισβήτητα ευρύτερο υποκριτικό ταλέντο, έρχεται με απίστευτη φόρα έχοντας ήδη σηκώσει και Χρυσή Σφαίρα και βραβείο του Σωματείου Ηθοποιών (SAG) και είναι το απόλυτο φαβορί όλων των κατηγοριών των φετινών Όσκαρ. Το μόνο που μπορεί να τον σταματήσει, είναι ο ίδιος του ο εαυτός, μιας και με την άλλη μεγάλη του φετινή ερμηνεία στο Collateral, υπάρχει μια μικρή πιθανότητα να μοιραστούν οι ψήφοι του. Και τότε μόνο να αφήσει χώρο για τον DiCaprio να του αρπάξει τη στιγμή, κι ο ίδιος να μείνει με άδεια χέρια. Αλλά επειδή έχω ήδη σταυρώσει τα δαχτυλάκια μου και το απεύχομαι, δεν το βλέπω να συμβαίνει…
Αν και για κάποιον περίεργο λόγο η Ακαδημία δε σκέφτηκε τον Paul Giammati (Sideways)που θα μπορούσε άνετα να κρατήσει μια θέση στην πεντάδα -για να μη σας θυμίζω τώρα τον Jim Carrey (Eternal Sunshine of the Spotless Mind) και συγκινούμαστε πάλι- γενικά η κατηγορία θα μπορούσε να θεωρηθεί κατά έναν βαθμό αναμενόμενη. Ο Clint Eastwood λόγω κεκτημένης ταχύτητας από το μεγάλο buzz του Μ$Β ανέβασε τον μέσο όρο ηλικίας, ο Johnny Depp (Finding Neverland) φαίνεται ότι έχει αρχίσει να μπαίνει σ’ αυτή τη μακρά περίοδο των σχετικά κοντινών μεταξύ τους υποψηφιοτήτων που θα του δώσουν την ταμπέλα του εκλεκτού της Ακαδημίας για να κορυφωθεί στη βράβευσή του σε 3-5 χρόνια αν όλα πάνε καλά, ο δε Don Cheadle (Hotel Rwanda) μπήκε στην κατηγορία για να εκπροσωπήσει μια ταινία που μπορεί να τονώσει το ηθικό των αμερικανών για τα ιρακινά τους, πατώντας με δύναμη όλα τα κουμπιά του συναισθηματισμού τους. Την ταινία του δεν την έχουμε δει ακόμη στην Ελλάδα, και αν και πολλοί λένε ότι είναι ξεκάθαρα ο καλύτερος από τους πέντε, η οσκαρική παραφημολογία δεν του δίνει καμία ελπίδα.


Written by
verbal
in
no category
Meet the Fockers - Review
Meet the Fockers – Πεθερικά της Συμφοράς
(3/5)
Σκηνοθεσία: Jay Roach
Σενάριο: Jim Hertzefeld, Marc Hyman, John Hamburg (με τους χαρακτήρες που έγραψαν οι Greg Glienna και Mary Ruth Clarke)
Παίζουν: Ben Stiller, Robert DeNiro, Dustin Hoffman, Barbara Streisand
Είναι πάντα ευχάριστο να βλέπεις το sequel μιας ταινίας να συναγωνίζεται το πρωτότυπό της, ή ακόμη και να πλησιάζει στο να το ξεπεράσει, ιδίως όταν πρόκειται για κωμωδία, όπου εκεί ο στόχος αυτός είναι το πιο δύσκολο πράγμα στον κόσμο.
Πάρτε για παράδειγμα το Analyze That, το sequel της πετυχημένης κωμωδίας Analyze This με τον Robert DeNiro και τον Billy Crystal στους ρόλους ενός νονού της Μαφίας και του ψυχαναλυτή του, ένα sequel που βασίστηκε τόσο πολύ στο να ξαναεπισκεφτεί και να επαναλάβει όλες τις ανατρεπτικές παραδοξότητες του πρωτότυπου, ξεχνώντας πως ακριβώς το γεγονός ότι ήταν ανατρεπτικές και παράδοξες, είναι που τις έκανε να δουλέψουν. Αυτός είναι κατά γενική ομολογία, ο κανόνας των sequel κωμωδιών: ας ξανακάνουμε τα ίδια αστεία άλλη μια φορά, και όλο και κάποιος θα τσιμπήσει. Έλα όμως που δεν…
Η εκρηκτική πορεία του Meet The Fockers στα ταμεία της Αμερικής, βασίστηκε στο ότι ο Jay Roach αποφάσισε να πάρει έναν άλλο δρόμο, κι όσο κι αν αυτή φαίνεται να είναι η προφανής επιλογή, είναι επίσης προφανές ότι για κάποιο λόγο δεν είναι η συνηθισμένη. Και αυτό πρέπει να του το αναγνωρίσουμε. Εκεί που το Meet the Parents είχε περισσότερη slapstick κωμωδία απ’ όση θα μπορούσε να αντέξει άνθρωπος (ωθώντας στη συνέχεια τον Stiller στα τερτίπια του Along came Polly και του Dodgeball, όπου έδωσε άλλο νόημα στις λέξεις «σωματική» και «κακοποίηση», αν και είχε ήδη δείξει έντονη προδιάθεση με το There’s Something About Mary), η φετινή ταινία δεν επιμένει τόσο στο φυσικό εξευτελισμό του Stiller, όσο στις παρεξηγήσεις που φροντίζουν να του δημιουργούν οι γονείς του, και να τον μειώνουν στα μάτια του πεθερού του.
Ο Ben Stiller και η Teri Polo επιστρέφουν στους ρόλους του ερωτευμένου ζευγαριού που προσπαθεί να ξεπεράσει τις αντιρρήσεις του –αν μη τι άλλο περίεργου- πατέρα της νύφης για την επιλογή της, και να παντρευτούν. Λίγο καιρό λοιπόν αφού ο πρώην πράκτορας της CIA πεθερός του Stiller, ο Robert DeNiro, έχει δώσει το πράσινο φως για την επιχείρηση γάμος, μένει να γνωριστούν μεταξύ τους τα πεθερικά.
Σε ένα από τα καλύτερα castings των τελευταίων ετών σε κωμωδία, ο Dustin Hoffman και η Barbara Streisand, δύο αμετανόητοι τελειομανείς, κάνουν το πάρτι της ζωής τους στους ρόλους των γωνιών του Stiller, τους Fockers. Κι αυτό το old-school lineup τριών τεράτων της υποκριτικής, είναι η ανεξάντλητη πηγή της κωμικής δυναμικής της ταινίας.
Δεν εκτίμησα ποτέ τη σχετικά πρόσφατη ιδέα του DeNiro να προσπαθήσει να κωμικοποιήσει τους χαρακτήρες που τον έκαναν αυτό που είναι σήμερα, όμως σ’ αυτήν εδώ την ταινία, που παίζει το ρόλο του όσο πιο straight γίνεται, δε μπορώ να μην παραδεχτώ ότι το να βγάλεις το χαρακτήρα του απ’ τους Goodfellas και να τον ρίξεις στη μέση μιας ανεμοθύελλας παρανοϊκών καταστάσεων, έχει την πλάκα του. Πόσο μάλλον το να του φοράς πλαστικό στήθος! Ok, αυτό ίσως φανεί λίγο χοντροκομμένο σε μερικούς, αλλά το αναφέρω γιατί αυτό είναι το maximum του χονδροειδούς χιούμορ της ταινίας, κι από τον Jay Roach που έχει στο βιογραφικό του δύο ταινίες του Austin Powers, μπορεί να περιμένει κανείς πολλά περισσότερα…
Όμως το πιο αξιοσημείωτο κομμάτι της ταινίας, είναι ο υπέροχος συντονισμός ανάμεσα στον Hoffman και την Streisand, οι οποίοι με την κωμική τους ιδιοφυΐα προσφέρουν τα περισσότερα αστεία στιγμιότυπα της ταινίας, και της δίνουν χρώμα με το φωνακλάδικο γεροντοέρωτά τους και την παθιασμένη τους αγάπη προς του χαρακτήρα του Stiller.
Βέβαια μπορεί να μην είναι το χρώμα που θα αρέσει σε όλους, μιας κι όντως το αμερικάνικο χιούμορ αυτού του είδους δεν έχει πάντα πολλούς θαυμαστές στη χώρα μας, όμως σε γενικές γραμμές το Meet the Fockers κινείται σε πιο σοβαρά και αξιοπρεπή επίπεδα από την πρώτη ταινία, και θα είναι για όλους μια ευχάριστη έκπληξη.

Σκηνοθεσία: Jay Roach
Σενάριο: Jim Hertzefeld, Marc Hyman, John Hamburg (με τους χαρακτήρες που έγραψαν οι Greg Glienna και Mary Ruth Clarke)
Παίζουν: Ben Stiller, Robert DeNiro, Dustin Hoffman, Barbara Streisand
Είναι πάντα ευχάριστο να βλέπεις το sequel μιας ταινίας να συναγωνίζεται το πρωτότυπό της, ή ακόμη και να πλησιάζει στο να το ξεπεράσει, ιδίως όταν πρόκειται για κωμωδία, όπου εκεί ο στόχος αυτός είναι το πιο δύσκολο πράγμα στον κόσμο.
Πάρτε για παράδειγμα το Analyze That, το sequel της πετυχημένης κωμωδίας Analyze This με τον Robert DeNiro και τον Billy Crystal στους ρόλους ενός νονού της Μαφίας και του ψυχαναλυτή του, ένα sequel που βασίστηκε τόσο πολύ στο να ξαναεπισκεφτεί και να επαναλάβει όλες τις ανατρεπτικές παραδοξότητες του πρωτότυπου, ξεχνώντας πως ακριβώς το γεγονός ότι ήταν ανατρεπτικές και παράδοξες, είναι που τις έκανε να δουλέψουν. Αυτός είναι κατά γενική ομολογία, ο κανόνας των sequel κωμωδιών: ας ξανακάνουμε τα ίδια αστεία άλλη μια φορά, και όλο και κάποιος θα τσιμπήσει. Έλα όμως που δεν…


Σε ένα από τα καλύτερα castings των τελευταίων ετών σε κωμωδία, ο Dustin Hoffman και η Barbara Streisand, δύο αμετανόητοι τελειομανείς, κάνουν το πάρτι της ζωής τους στους ρόλους των γωνιών του Stiller, τους Fockers. Κι αυτό το old-school lineup τριών τεράτων της υποκριτικής, είναι η ανεξάντλητη πηγή της κωμικής δυναμικής της ταινίας.


Βέβαια μπορεί να μην είναι το χρώμα που θα αρέσει σε όλους, μιας κι όντως το αμερικάνικο χιούμορ αυτού του είδους δεν έχει πάντα πολλούς θαυμαστές στη χώρα μας, όμως σε γενικές γραμμές το Meet the Fockers κινείται σε πιο σοβαρά και αξιοπρεπή επίπεδα από την πρώτη ταινία, και θα είναι για όλους μια ευχάριστη έκπληξη.
Written by
verbal
in
no category
Finding Oscar - Α' Γυναικείος
Την προηγούμενη εβδομάδα είχα υποσχεθεί να ξεκινήσουμε το παιχνίδι του μαντέματος με το Όσκαρ α’ Γυναικείου, για να μετράμε αντίστροφά τις μέρες μέχρι τη μεγάλη απονομή. Φέτος, η πεντάδα των υποψηφίων χωρίζεται στα δύο, με τρία ονόματα να έχουν ελάχιστες έως μηδαμινές πιθανότητες να αποτελέσουν σοβαρές διεκδικήτριες, και δύο γυναίκες να βρίσκονται για δεύτερη φορά αντιμέτωπες.
H Imelda Staunton (Vera Drake) και η Catalina Sandino Moreno (Maria Full Of Grace) αποτελούν το σινεφιλ άλλοθι της Ακαδημίας, και ο ρόλος τους στην πεντάδα περιορίζεται σ’ αυτό, ενώ η Kate Winslet (Eternal Sunshine of The Spotless Mind) θα παρεβρεθεί στην τελετή μόνο για να εκπροσωπήσει το ούτως ή άλλως (αδικο)χαμένο από χέρι Eternal Sunshine of the Spotless Mind. Οπότε το αληθινό ενδιαφέρον συγκεντρώνουν η Annette Benning (Being Julia) και η Hillary Swank (Million Dollar Baby).

Οι δυο τους είχαν ξανασυναντηθεί το ’99, τότε που το Όσκαρ Α’ Γυναικείου ήταν από τα λίγα που έμειναν έξω από το σαρωτικό πέρασμα του American Beauty, και το αγαλματάκι τελικά σήκωσε η Swank για το Boys Don’t Cry. Φέτος, η τελευταία βρίσκεται σε εξαιρετική φόρμα, με μια ακόμη καλύτερη ερμηνεία, ξανά σε έναν ρόλο μηδαμινής θυληκότητας. Επίσης, έχει το momentum μιας ταινίας που όπως δείχνουν τα πράγματα δεν αποκλείεται να κάνει το double σε σκηνοθεσία και ταινία.
Ωστόσο, και η Swank και η Benning βραβεύτηκαν πριν από λίγο καιρό με τις Χρυσές Σφαίρες γυναικείας ερμηνείας (η μια στην κατηγορία της δραματικής ταινίας, η άλλη στις κωμωδίες/μιούζικαλ), και το buzz ήθελε πριν από λίγο καιρό η Benning να πηγαίνει καρφωτή για το άγαλμα. Δεν αποκλείεται μάλιστα, λόγω του υψηλού δυναμικού του M$B και της μοναδικής υποψηφιότητας του Being Julia σ’ αυτήν την κατηγορία, να επαναληφθεί η ανατροπή του ’99 προς όφελος της Benning αυτή τη φορά.
Πάντως πολύ σημαντική ένδειξη για το προς τα πού θα κινηθεί το Oscar, θα αποτελέσουν τα βραβεία του Σωματείου Ηθοποιών (Screen Actors’ Guild Awards), που θα απονεμηθούν τα ξημερώματα της Κυριακής. Μη έχοντας δει την Benning εν δράση ακόμη, εμείς προτιμούμε να κρατήσουμε τα λεφτά μας στην τσέπη προς το παρόν, όσο κι αν το ένστικτό μας δείχνει τη Swank.
H Imelda Staunton (Vera Drake) και η Catalina Sandino Moreno (Maria Full Of Grace) αποτελούν το σινεφιλ άλλοθι της Ακαδημίας, και ο ρόλος τους στην πεντάδα περιορίζεται σ’ αυτό, ενώ η Kate Winslet (Eternal Sunshine of The Spotless Mind) θα παρεβρεθεί στην τελετή μόνο για να εκπροσωπήσει το ούτως ή άλλως (αδικο)χαμένο από χέρι Eternal Sunshine of the Spotless Mind. Οπότε το αληθινό ενδιαφέρον συγκεντρώνουν η Annette Benning (Being Julia) και η Hillary Swank (Million Dollar Baby).


Ωστόσο, και η Swank και η Benning βραβεύτηκαν πριν από λίγο καιρό με τις Χρυσές Σφαίρες γυναικείας ερμηνείας (η μια στην κατηγορία της δραματικής ταινίας, η άλλη στις κωμωδίες/μιούζικαλ), και το buzz ήθελε πριν από λίγο καιρό η Benning να πηγαίνει καρφωτή για το άγαλμα. Δεν αποκλείεται μάλιστα, λόγω του υψηλού δυναμικού του M$B και της μοναδικής υποψηφιότητας του Being Julia σ’ αυτήν την κατηγορία, να επαναληφθεί η ανατροπή του ’99 προς όφελος της Benning αυτή τη φορά.
Πάντως πολύ σημαντική ένδειξη για το προς τα πού θα κινηθεί το Oscar, θα αποτελέσουν τα βραβεία του Σωματείου Ηθοποιών (Screen Actors’ Guild Awards), που θα απονεμηθούν τα ξημερώματα της Κυριακής. Μη έχοντας δει την Benning εν δράση ακόμη, εμείς προτιμούμε να κρατήσουμε τα λεφτά μας στην τσέπη προς το παρόν, όσο κι αν το ένστικτό μας δείχνει τη Swank.
Written by
verbal
in
no category
Million Dollar Baby - Review
Million Dollar Baby
(4/5)
Σκηνοθεσία: Clint Eastwood
Σενάριο: Paul Haggis (από τη συλλογή διηγημάτων Rope Burns του F. X. Toole)
Παίζουν: Clint Eastwood
Να πω κάτι απ’ την αρχή: το Mystic River, όσο κι αν εκτίμησα την ατμόσφαιρά του, τους χαρακτήρες του, και τον υπνωτιστικό του ρυθμό, δεν το είχα καταλάβει. Και –περιττό να το πω- δεν είχα καταλάβει γιατί είχε λάχει τόσο εκστατικής ανταπόκρισης από την κριτική κοινότητα. Βλέποντας το M$B όμως, κατάφερα να το επανεκτιμήσω, γιατί με βοήθησε να καταλάβω ότι μόνο ένας άνθρωπος που έζησε στο… Wild West, θα μπορούσε να φέρει στην πολιτισμένη πια Δύση την ιστορία ενός οργισμένου western, και να απογειώσει τη σύγκρουση της φιλίας και τις προσωπικής τιμής, αποδεχόμενος τη σαρωτική δύναμη της δίψας για εκδίκηση.
Το μεγαλείο του Clint Eastwood, όπως στους Ασυγχώρητους έτσι και στο Mystic River και στο Μ$Β, είναι η ικανότητά του να ανάγει τα κλισέ στα κινηματογραφικά αρχέτυπα που τα γέννησαν, κι ακόμη, προσδίδοντάς τους ένα μοντέρνο twist. Και τι πιο κλισεδιάρικο από ένα κλασικό success story;
Mεγαλοκοπέλα 31 χρονών λοιπόν, ψάχνει τη διέξοδο της μίζερης ζωής της στα ποτισμένα με ιδρώτα και αίμα rings. Είναι παραπάνω από προφανές, ότι πρόκειται να ακολουθήσει εκρηκτική πορεία προς την κορυφή, με τη βοήθεια ψημένου προπονητή που δε θέλει καμία σχέση μαζί της, αλλά μεταπείθεται όταν αρχίζει να βλέπει στη μικρή φαντάσματα από την κατεστραμμένη του προσωπική ζωή (η κόρη του δε θέλει ούτε τα γράμματά του να ανοίξει), και του ετοιμόρροπου πρώην πρωταθλητή που μένει στο προπονητήριο και καμιά φορά κάνει φασίνα και αφήνει τη σοφία του να φανεί με ποιητικές ατάκες.
Ο Eastwood και ο Freeman, βετεράνοι στους (λιγομίλητους, χαρακωμένους από τη ζωή και γεμάτους σοφία) ρόλους που καλούνται να υποδυθούν, είναι και οι δυο τους υποδειγματικοί στο Μ$Β, αλλά οι ερμηνείες τους έρχονται δεύτερες σε σύγκριση με την εκθαμβωτική παρουσία της Hillary Swank, που παίζει τη Maggie Fitzgerland, την 31χρονη γκαρσόνα που παλεύει με τη ζωή της, ρίχνοντάς το ένα knock out μετά το άλλο. Μετά το Oscar της για το Boys Don’t Cry το ’99, η Swank έχει περάσει από πολλές ταινίες που θα ήθελε και η ίδια να ξεχάσει, όμως ο Eastwood καταφέρνει να της αποσπάσει μια ερμηνεία που δικαιολογεί το χρυσό αγαλματάκι που ήδη έχει, και γιατί όχι, αυτό που ενδέχεται να αποκτήσει.
Οι τρεις αυτές ερμηνείες των εικονικών ηρώων του Eastwood, είναι τα highlights ενός χαρμανιού από τα κλασικότερα συστατικά μιας μεγαλειώδους Χολιγουντιανής ιστορίας, η οποία μετατρέπεται σε μάθημα σκηνοθεσίας χάρη στα φωτισμένα σε noir αποχρώσεις και ηλεκτρισμένα με εξαιρετική ακρίβεια και δυναμική καδραρίσματα, που απλώνονται υπομονετικά στο χρόνο, σα να χορεύουν στους ρυθμούς των αγαπημένων jazz κομματιών του Eastwood.
Λιγότερο Rocky και περισσότερο Somebody Up There Likes Me, με περισσότερο βάρος στους χαρακτήρες της παρά στα κροσέ τους, το μόνο αδύναμο σημείο αυτής της ελεγείας στην Χολιγουντιανή κινηματογραφική παράδοση, είναι ότι στο τρίτο μέρος ξαφνικά μετατρέπεται σε ένα τόσο βεβιασμένο και κακοστημένο μελόδραμα, που αφαιρούνται πολλά σημεία από τη μέχρι τότε εξαιρετικά καλοστημένη και σχεδιασμένη κατάδυση στις προσωπικότητες των τριών ηρώων. Κάπως έτσι, μέχρι το τέλος του ματς, το Μωρό του Εκατομυρίου χάνει την ισορροπία του.

Σκηνοθεσία: Clint Eastwood
Σενάριο: Paul Haggis (από τη συλλογή διηγημάτων Rope Burns του F. X. Toole)
Παίζουν: Clint Eastwood
Να πω κάτι απ’ την αρχή: το Mystic River, όσο κι αν εκτίμησα την ατμόσφαιρά του, τους χαρακτήρες του, και τον υπνωτιστικό του ρυθμό, δεν το είχα καταλάβει. Και –περιττό να το πω- δεν είχα καταλάβει γιατί είχε λάχει τόσο εκστατικής ανταπόκρισης από την κριτική κοινότητα. Βλέποντας το M$B όμως, κατάφερα να το επανεκτιμήσω, γιατί με βοήθησε να καταλάβω ότι μόνο ένας άνθρωπος που έζησε στο… Wild West, θα μπορούσε να φέρει στην πολιτισμένη πια Δύση την ιστορία ενός οργισμένου western, και να απογειώσει τη σύγκρουση της φιλίας και τις προσωπικής τιμής, αποδεχόμενος τη σαρωτική δύναμη της δίψας για εκδίκηση.

Mεγαλοκοπέλα 31 χρονών λοιπόν, ψάχνει τη διέξοδο της μίζερης ζωής της στα ποτισμένα με ιδρώτα και αίμα rings. Είναι παραπάνω από προφανές, ότι πρόκειται να ακολουθήσει εκρηκτική πορεία προς την κορυφή, με τη βοήθεια ψημένου προπονητή που δε θέλει καμία σχέση μαζί της, αλλά μεταπείθεται όταν αρχίζει να βλέπει στη μικρή φαντάσματα από την κατεστραμμένη του προσωπική ζωή (η κόρη του δε θέλει ούτε τα γράμματά του να ανοίξει), και του ετοιμόρροπου πρώην πρωταθλητή που μένει στο προπονητήριο και καμιά φορά κάνει φασίνα και αφήνει τη σοφία του να φανεί με ποιητικές ατάκες.


Λιγότερο Rocky και περισσότερο Somebody Up There Likes Me, με περισσότερο βάρος στους χαρακτήρες της παρά στα κροσέ τους, το μόνο αδύναμο σημείο αυτής της ελεγείας στην Χολιγουντιανή κινηματογραφική παράδοση, είναι ότι στο τρίτο μέρος ξαφνικά μετατρέπεται σε ένα τόσο βεβιασμένο και κακοστημένο μελόδραμα, που αφαιρούνται πολλά σημεία από τη μέχρι τότε εξαιρετικά καλοστημένη και σχεδιασμένη κατάδυση στις προσωπικότητες των τριών ηρώων. Κάπως έτσι, μέχρι το τέλος του ματς, το Μωρό του Εκατομυρίου χάνει την ισορροπία του.
Written by
verbal
in
no category
News - Counter Strike: The Movie
Μετά το Mortal Kombat, το Street Fighter, το Resident Evil και πλήθος άλλων video-games που μετατράπηκαν σε ταινίες με σχεδόν ανύπαρκτο σενάριο, ήρθε η ώρα να μεταφερθεί στη μεγάλη οθόνη και ένα δημοφιλέστατο παιχνίδι με παντελώς ανύπαρκτο σενάριο.
Το game που αποτελεί τα τελευταία 5 χρόνια ανυπέρβλητο φετίχ των πρεζάκηδων των LAN arenas, μπορεί εύκολα να αναλυθεί στις παρακάτω γραμμές: δυο ομάδες, οι τρομοκράτες και η αντιτρομοκρατική, ξαμολιούνται σε μια πίστα (από πλήθος επιλογών), εφοδιασμένοι με όποιο όπλο μπορούν να αγοράσουν από την υπερπλούσια συλλογή. Όποια ομάδα μείνει όρθια, κερδίζει.
Ο αμφιβόλων ικανοτήτων Uwe Boll που ευθύνεται για τις εισπρακτικες αποτυχιες των video games - turned - movies Alone in the Dark και House of the Dead, θα αναλάβει τη σκηνοθεσία, ενώ προς το παρόν μελετά και το σενάριο, που θα περιστρέφεται γύρω από τις προσπάθειες μιας ομάδας της αντιτρομοκρατικής να αποτρέψουν έναν βομβαρδισμό από τρομοκράτες. Οι στερεότυποι χαρακτήρες και το σχηματικό story, αναμένεται να είναι οι πρωταγωνιστές και σ’ αυτήν την μεταφορά.
Για βασικούς ρόλους, φέρονται ως ενδιαφερόμενοι οι Ben Affleck και Colin Farell, σκληροπυρηνικοί fans του παιχνιδιού.

Ο αμφιβόλων ικανοτήτων Uwe Boll που ευθύνεται για τις εισπρακτικες αποτυχιες των video games - turned - movies Alone in the Dark και House of the Dead, θα αναλάβει τη σκηνοθεσία, ενώ προς το παρόν μελετά και το σενάριο, που θα περιστρέφεται γύρω από τις προσπάθειες μιας ομάδας της αντιτρομοκρατικής να αποτρέψουν έναν βομβαρδισμό από τρομοκράτες. Οι στερεότυποι χαρακτήρες και το σχηματικό story, αναμένεται να είναι οι πρωταγωνιστές και σ’ αυτήν την μεταφορά.
Για βασικούς ρόλους, φέρονται ως ενδιαφερόμενοι οι Ben Affleck και Colin Farell, σκληροπυρηνικοί fans του παιχνιδιού.
Written by
verbal
in
no category
A Very Long Engagement - Review
A Very Long Engagement - Ατέλειωτοι Αρραβώνες
(3.5/5)
Σκηνοθεσία: Jean-Pierre Jeunet
Σενάριο: Jean-Pierre Jeunet, Guillaume Laurant, Sebastien Japrisot (νουβέλα)
Παίζουν: Audrey Tautou, Gaspard Ulliel, Dominique Pinon
Ο Jean-Pierre Jeunet δεν είναι άγνωστος σ’ όσους παρακολουθούν τις εξελίξεις του σύγχρονου γαλλικού κινηματογράφου. Πριν από 14 χρόνια άφησε τους μικρομηκάδες για να παρουσιάσει το εκστατικό του ντεμπούτο στις μεγάλου μήκους ταινίες, το Delicatessen, την πρώτη μαρτυρία του φυσικού του ταλέντου σε μια οπτική φινέτσα κι ένα στυλ πρωτόγνωρο και συναρπαστικό, παρέα με τον μέχρι τότε αχώριστο συνεργάτη του, Marc Caro. Στη συνέχεια (μετά το City of Lost Children και τη συνεργασία τους στο Alien: Resurrection), το δίδυμο χωρίστηκε, καθώς ο Caro ασχολήθηκε αποκλειστικά με το σχέδιο, κι ο Jeunet έγινε διάσημος με την Amelie.
Η Amelie βέβαια εκτός από τον Jeunet, μετέτρεψε σε star πρώτου μεγέθους και την Audrey Tautοu, που κρατούσε το ρόλο του τίτλου. Οπότε δεν είναι και μεγάλη έκπληξη που η Tautοu δεν έχασε την ευκαιρία να μεταφέρει το χαρακτήρα της Amelie, στα πιο σκοτεινά, ματοβαμμένα, λασπώδη χαρακώματα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Στους Ατέλειωτους Αρραβώνες, η Tautοu είναι η Mathilde, μια νεαρή κοπέλα, που μετά το τέλος του Πολέμου, προσλαμβάνει ένα ιδιωτικό ντετέκτιβ και του αναθέτει να βρει τον αρραβωνιαστικό της, για τον οποίο είναι σίγουρη ότι επιβίωσε από τα χαρακώματα. Έτσι ξετυλίγεται η ιστορία πέντε στρατιωτών, που συνελήφθησαν να προσπαθούν να αυτοτραυματιστούν για να επιστρέψουν σπίτι τους, κι αντί να εκτελεστούν, εγκαταλείφθηκαν στη No Man’s Land, το χώρο ανάμεσα στα αντιμαχόμενα Γαλλικά και Γερμανικά στρατόπεδα.
Οι ιστορίες εκτυλίσσονται παράλληλα, και εμπλουτίζονται με flashbacks στο παρελθόν των στρατιωτών, χαριτωμένα περιστατικά από τις ζωές των αναρίθμητων χαρακτήρων που συναντάμε στην πορεία, και ένα σωρό άλλα πράγματα που περιπλέκονται με χάρη για να χαρίσουν στην ταινία την επική της διάσταση και διάρκεια.
Το Alien: Resurrection, η τέταρτη και ξεκάθαρα η πιο αδύναμη στιγμή του franchise, απέδειξε την πλήρη αδυναμία του Jeunet να χειριστεί και να αφηγηθεί μια ιστορία με τον παραδοσιακό στρωτό τρόπο. Έτσι σ’ αυτή την ταινία ο μεγάλος πρωταγωνιστής είναι και πάλι η ευφάνταστη, επιθετική, αρτίστικη, βεβιασμένα φτιαχτή και υπέροχα σουρεαλιστική κινηματογραφική ατμόσφαιρα του Jeunet, που φυσικά περνά και στο σενάριό του. Οπότε το αν θα απολαύσετε την ταινία, εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από το κατά πόσο σας αρέσει το στυλ του σκηνοθέτη, που είναι ούτως ή άλλως το trademark του. Αν ναι, τότε θα χορτάσετε 130 και κάτι λεπτά απ’ αυτό. Ειδάλλως, οι Ατέλειωτοι Αρραβώνες, ενδέχεται να σας φανούν πραγματικά ατέλειωτοι.

Σκηνοθεσία: Jean-Pierre Jeunet
Σενάριο: Jean-Pierre Jeunet, Guillaume Laurant, Sebastien Japrisot (νουβέλα)
Παίζουν: Audrey Tautou, Gaspard Ulliel, Dominique Pinon


Οι ιστορίες εκτυλίσσονται παράλληλα, και εμπλουτίζονται με flashbacks στο παρελθόν των στρατιωτών, χαριτωμένα περιστατικά από τις ζωές των αναρίθμητων χαρακτήρων που συναντάμε στην πορεία, και ένα σωρό άλλα πράγματα που περιπλέκονται με χάρη για να χαρίσουν στην ταινία την επική της διάσταση και διάρκεια.

Written by
verbal
in
no category
Ray - Review
Ray
(5/5)
Σκηνοθεσία: Taylor Hackford
Σενάριο: Taylor Hackford, James L. White
Παίζουν: Jamie Foxx, Kerry Washington, David Krumholz
Τι είναι αυτό που μπορεί να μετατρέψει μια εν γένει πολύ καλή ταινία σε αριστούργημα; Λίγα πράγματα. Ένα απ’ αυτά, η ικανότητα του πρωταγωνιστή τους να την απογειώσει. Παράδειγμα; Το Ray.
Η ιδιοφυΐα, το ταλέντο, η μαγεία και η έμπνευση του ανθρώπου που λεγόταν Ray Charles, γίνονται η ιδιοφυΐα, το ταλέντο, η μαγεία και η έμπνευση του νεαρού ηθοποιού ονόματι Jamie Foxx, που υποδυόμενος με εκστατικό, κολασμένα ηλεκτρισμένο τρόπο τον νέγρο που άλλαξε το πρόσωπο της μουσικής της εποχής του, καρφώνεται στο κέντρο του ενδιαφέροντος του Hollywood και γίνεται ένα από τα πιο άξια φαβορί των φετινών Όσκαρ.
Ο σκηνοθέτης-σεναριογράφος-παραγωγός Taylor Hackford (An Officer and a Gentleman, The Devil’s Advocate, Proof Of Life) μεταφέρει στην οθόνη τη ζωή του τυφλού τραγουδιστή, με ένα project που προσπαθούσε να στήσει και να ολοκληρώσει τα τελευταία 15 χρόνια, παλεύοντας με όλα τα δεινά που αντιμετωπίζει μια τόσο φιλόδοξη low-budget ανεξάρτητη παραγωγή. Βλέπετε, στη μεγάλη του προϊστορία, δεν είχε δείξει ποτέ ότι προοριζόταν για σπουδαία πράματα, οπότε υποθέτω ότι αυτό δυσκόλεψε την εύρεση χρηματοδοτών. Και έτσι είναι. Το Ray στην ουσία είναι μια αξιοπρεπέστατη παραγωγή, που εκμεταλλευόμενη το μεγάλο αντίκτυπο που έχει ακόμη και σήμερα στην pop κουλτούρα η μεγάλη περσόνα με την οποία καταπιάνεται, εξασφαλίζει αυξημένο ενδιαφέρον. Αλλά ο Foxx είναι αυτός που τη μετατρέπει σε μια πραγματικά εξαιρετική ταινία.
Η βαθιά συγκινητική, ολοκληρωμένη, επιθετική ερμηνεία του, ο τρόπος που εισβάλει στο πετσί του Charles, στην ψυχή και την ύπαρξη της δαιμονισμένης προσωπικότητας, η ικανότητά του να σε βγάζει από το τριπάκι του «κοίτα πώς πετυχαίνει τις κινήσεις του» και να σε κάνει να τον αποδέχεσαι σαν τον Ray Charles τον ίδιο, αξίζει μια θέση στην αιωνιότητα. Και θα την έχει! Θυμηθείτε το, σε μια γενιά από τώρα, τα παιδιά που δεν πρόλαβαν ποτέ να δουν τον Ray Charles ζωντανό, όταν ακούν το όνομά θα φέρνουν στο μυαλό τους αντανακλαστικά το πρόσωπο και την εικόνα του Jamie Foxx.

Σκηνοθεσία: Taylor Hackford
Σενάριο: Taylor Hackford, James L. White
Παίζουν: Jamie Foxx, Kerry Washington, David Krumholz

Η ιδιοφυΐα, το ταλέντο, η μαγεία και η έμπνευση του ανθρώπου που λεγόταν Ray Charles, γίνονται η ιδιοφυΐα, το ταλέντο, η μαγεία και η έμπνευση του νεαρού ηθοποιού ονόματι Jamie Foxx, που υποδυόμενος με εκστατικό, κολασμένα ηλεκτρισμένο τρόπο τον νέγρο που άλλαξε το πρόσωπο της μουσικής της εποχής του, καρφώνεται στο κέντρο του ενδιαφέροντος του Hollywood και γίνεται ένα από τα πιο άξια φαβορί των φετινών Όσκαρ.

