Τεστοστερόνη - Review

Τεστοστερόνη
(4/5)

Σκηνοθεσία: Γιώργος Πανουσόπουλος
Σενάριο: Αύγουστος Κορτώ
Παίζουν: Δημήτρης Λιακόπουλος, Καίτη Παπανίκα, Δήμητρα Ματσούκα, Ναταλία Δραγούμη

Στο ανακριτικό δωμάτιο αεροδρομίου της Αγγλίας, οι τελωνειακοί υπάλληλοι προσπαθούν να βρουν άκρη με το αινιγματικό περιστατικό ενός νεαρού Έλληνα φοιτητή που στη βαλίτσα του μεταφέρει περισσότερα πακετάκια τυλιγμένα με αλουμινόχαρτο, απ’ ότι ρούχα. Μόνο που στο αλουμινόχαρτο, αντί για ναρκωτικά, κρύβονται… σουτζουκάκια!

Α, όχι, λάθος, αυτό είναι από διαφήμιση κουζίνας… Όμως έχει κοινά με την καινούρια ταινία του Γιώργου Πανουσόπουλου. Για παράδειγμα, και στα δυο πρωταγωνιστεί η ίδια φάτσα. Και βεβαίως, έχουν και η δυο έναν αέρα κωμικής πρωτοτυπίας και φρεσκάδας. Και πότε ήταν η τελευταία φορά που ελληνική κωμωδία σας φάνηκε φρέσκια;

Η φρεσκάδα αυτή λοιπόν, οφείλεται κυρίως στο σενάριο του Αύγουστου Κορτώ, παιδί-θαύμα του ελληνικού μυθιστορήματος, που η φήμη τον θέλει να είχε ονειρευτεί ότι ήταν αποκλεισμένος σε ένα νησί γεμάτο γυναίκες διψασμένες για το σπέρμα του. Έτσι ακριβώς γίνεται και στην Τεστοστερόνη, μια σεξοκωμωδία καταστάσεων, όπου στέλνει το νεαρό πρωταγωνιστή του στη Νάξο με αφορμή ένα παλιό αμάξι, για να τον αποκλείσει εκεί -μοναδικό άντρα σε όλο το νησί- και να εξαπολύσει εναντίον του την ακόρεστη σεξουαλικότητα όλων των γυναικών του νησιού.

Με έξυπνο, κοφτερό χιούμορ, ο Κορτώ εμπλουτίζει το αρχέγονο όνειρο (ή εφιάλτη) του κάθε άντρα με πρωτότυπες κωμικές καταστάσεις, φίνο λεκτικό χιούμορ, αλλά και όλες τις ετεροφυλόφιλες σεξουαλικές φαντασιώσεις που κυκλοφορούν (σεξ με παιδική σου φίλη, με αντρογύναικα, με μηχανόβια, με χήρα, με μάνα, με δυο γυναίκες συγχρόνως, με μάνα και κόρη συγχρόνως, με την αδερφή σου, με υπερήλικη, μέχρι και με γοργόνα πάει, ε, δε μένει και τίποτε άλλο νομίζω) που ανανεώνουν το από κάποιο σημείο κι έπειτα επαναλαμβανόμενο μοτίβο.

Έτερος παράγων φρεσκάδας, ο πρωτοεμφανιζόμενος Δημήτρης Λιακόπουλος, η φάτσα που λέγαμε, που ανακάλυψε ο Πανουσόπουλος στην προαναφερθείσα διαφήμιση, και μετέτρεψε σε έναν από τους πιο ενδιαφέροντες πρωταγωνιστές του φετινού Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Ο 20χρονος Λιακόπουλος, σα να μην έλειπε που έκανε όλα αυτά που έκανε στο νησί, με μια ερμηνεία που ισορροπεί χαριτωμένα ανάμεσα στον ερασιτεχνισμό και το πηγαίο υποκριτικό ταλέντο, είναι στην ταινία τόσο αξιαγάπητος, που κέρδισε και το βραβείο του Α’ Ανδρικού Ρόλου στο Φεστιβάλ, ενώ η ταινία κέρδισε το 3ο βραβείο Μυθοπλασίας. Και παρ’ όλα αυτά, εξακολουθεί να δηλώνει όπου βρεθεί κι όπου σταθεί, ότι δεν ενδιαφέρεται να ασχοληθεί με την υποκριτική! Κορίτσια, φάτε τον.

Όμηρος - Review

Όμηρος
(4/5)

Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Γιάνναρης
Σενάριο: Κωνσαντίνος Γιάνναρης
Παίζουν: Άρτο Απαρτιάν, Στάθης Παπαδόπουλος, Γιάννης Στάνκογλου, Μαριλού Κάππα Βαλεοντή

Βασισμένος στο αληθινό περιστατικό της λεωφορειοπειρατείας του ’99, από τον νεαρό Αλβανό που επιχείρησε να επιστρέψει στον πατρίδα του καταλαμβάνοντας ένα λεωφορείο από τη Νέα Μάκρη μαζί με τους επιβάτες -περιπέτεια που έληξε με την εκτέλεση τόσο του «πειρατή» όσο και ενός εκ των ομήρων του από τις αλβανικές ειδικές δυνάμεις-, ο Γιάνναρης παρουσιάζει ίσως την καλύτερη δουλειά του μέχρι σήμερα, και σίγουρα μια από τις καλύτερες ελληνικές ταινίες της χρονιάς.

Σκηνοθετημένος με νεύρο και ένταση, με ασφυκτικά γκρο-πλαν στα πρόσωπα των χαρακτήρων του, με εξαιρετικό ρυθμό στη μονταζιέρα, και τα beat της μουσικής του Νίκου Πατρελάκη να κλωτσάνε το στομάχι στις σωστές στιγμές, ο Όμηρος είναι ό,τι πιο κοντινό σε ψυχολογικό θρίλερ έχει παρουσιαστεί τα τελευταία χρόνια στην ελληνική παραγωγή.

Μια παραγωγή αριστοτεχνικά φτιαγμένη, αν αναλογιστεί κανείς τα πενιχρά μέσα που έχει στη διάθεσή του ένας ανεξάρτητος Έλληνας κινηματογραφιστής, η συνολική εικόνα του Ομήρου αδικείται μόνο από την τελική αίσθηση ότι εκμεταλλεύεται περισσότερο τη δύναμη της ιστορίας του απ’ όσο είναι διατεθιμένος να την αποδομήσει και να την αναλύσει, τουλάχιστον δημιουργώντας δυνατότερους χαρακτήρες, με συνασιθηματικό-ψυχολογικό υπόβαθρο πιο στέρεο από μερικές κλεφτές ματιές με υπονοούμενα έξω απ’ τα παράθυρα της κινούμενης φυλακής τους.

Εκεί είναι που εντοπίζεται η αδυναμία της ταινίας, και έρχεται να γύρει την πλάστιγγα προς το μέρος του πρωταγωνιστή της ιστορίας, του Ελιόν, που στην πραγματικότητα το μόνο που θέλει είναι να κάνει τα πράγματα όπως ήταν πριν, όταν είχε περάσει τα σύνορα ως άγραφη σελίδα, με την ελπίδα να φτιάξει ένα καλύτερο μέλλον για τον εαυτό του. Πριν πηδήξει τη γυναίκα του αφεντικού του, πριν ενοχοποιηθεί απ’ αυτόν για εμπόριο όπλων, πριν βιαστεί από τους φύλακές του, πριν ξεφτιλιστεί στην πατρίδα του.

Όλες αυτές τις ιστορίες για αγιοποίησή του, εγώ δεν τις καταλαβαίνω. Λογικό κι αναμενόμενο βέβαια, μιας και ξεκίνησαν από τους συγγενείς του παιδιού που γνώρισε το θάνατο σ’ αυτό το λεωφορείο, οι οποίοι αν θα ήθελαν ποτέ να δουν την ιστορία του να γίνεται ταινία, σίγουρα δε θα ήθελαν να έχει για πρωταγωνιστή τον Αλβανό που τον οδήγησε στο θάνατο. Αλλά πέρα απ’ αυτό, και πέρα απ’ το ότι δεν παρακολουθούμε μάθημα ιστορίας αλλά ταινία, ακόμη και αν θέλει κανείς να σταθεί στον χαρακτήρα του Ελιόν, θα συναντήσει έναν ανισόρροπο νέο, που είδε τη ζωή του να καταστρέφεται επειδή δεν μπορούσε να κρατήσει κλειστό το φερμουάρ του (που μεταξύ μας, αν αυτή η γυναίκα ήταν η Θεοφανία Παπαθωμά, εγώ δεν ξέρω πόσοι άντρες θα αντιστέκονταν), και πιάστηκε ο ίδιος Όμηρος σε μια αφελή και ανώριμη ιδέα για το πώς να κερδίσει πίσω τη χαμένη του τιμή. Όλα αυτά, δεν είναι αγιοποίηση του ήρωα, είναι προβλήματα του σεναρίου.

Εκτός κι αν πρέπει πια να κατηγορήσουμε τον Γιάνναρη γιατί υπεννόησε ότι μια (Ελληνίδα) γυναίκα ήταν λίγο… φιλελεύθερη με τη σεξουαλικότητά της! Ε δε γίνεται έτσι να αντιμετωπίζουμε μια ταινία. Εγώ σας προκαλώ να βγάλετε από το μυαλό σας την αληθινή ιστορία, να δείτε την ταινία, και μετά να βγείτε από την αίθουσα και να πείτε ότι δεν ήταν εφάμιλλο, αν όχι καλύτερο, του Collateral.


In Good Company - Review

In Good Company
(2/5)

Σκηνοθεσία: Paul Weitz
Σενάριο: Paul Weitz
Παίζουν: Dennis Quaid, Topher Grace, Scarlet Johansson

Εικοσιεξάχρονος γιάπης αναστατώνει τη ζωή πενηντάχρονου επικεφαλής διαφημιστικού τμήματος πολυεθνικής, τόσο στη δουλειά όταν γίνεται διευθυντής του, όσο και στο σπίτι όταν τα φτιάχνει με την κόρη του.

Θα μπορούσε να είναι άλλη μια κλασσική αμερικάνικη εφηβική σαχλοκομεντί, όμως οι ήρεμοι ρυθμοί, η τάση για ψυχαναλυτική παρουσίαση των (επιφανειακών) χαρακτήρων και η αποφυγή χρήσης εκβιαστικών μηχανισμών κωμωδίας (πού φτάσαμε, να είναι θετικό για μια ταινία όταν κάτι τέτοιο λείπει…), μειώνουν τα επίπεδα χαζοχαρουμενιάς στο minimum, κάνοντάς την από υποφερτή μέχρι και απολαύσιμη.

Όπως και να ’χει όμως, δεν είναι δα και το ψυχόδραμα του σύγχρονου επιχειρηματία (όσο κι αν θα το ήθελε), και σύντομα αρχίζει να βουλιάζει στη χλιαρότητά του, για να τα τινάξει όλα στον αέρα με την γελοία, κακογραμμένη και τραβηγμένη απ’ τα μαλλιά, δήθεν επικράτηση των ανθρωπίνων σχέσεων έναντι του καπιταλισμού.

Αλλά όταν τελειώσει η ταινία, θα αναρωτηθείτε και μόνοι σας: πόσα να περιμένει κανείς από έναν σκηνοθέτη-σεναριογράφο, που σπαταλάει τη Johansson σε ένα ρολάκι 20 λεπτών το πολύ;

Constantine - Review

Constantine
(2/5)

Σκηνοθεσία: Francis Lawrence
Σενάριο: Kevin Brodbin, Frank Capello (από το comic Hellblazer)
Παίζουν: Keanu Reeves, Rachel Weisz

Ο Keanu Reeves είναι o John Constantine, το νόθο παιδί του Harry Callahan που μεγάλωσε ο Πατήρ Damien Karras λίγο πριν πηδήξει απ’ το παράθυρο. Ένας αλκοολικός μανιώδης καπνιστής, που πήγε ταξίδι ως την κόλαση και πάλι πίσω, και του φαίνεται. Περίπου όπως στο Bill And Ted’s Exciting Journey.

Έχοντας δει την Κόλαση, ένα μετα-Αποκαλυπτικό τοπίο που μοιάζει να ξεπήδησε απ’ το hangover CGI σχεδιαστών, ο Keanu έχει πια μια αποστολή: να βρει και να ξαποστείλει όσους δαίμονες χρειαστεί απ’ αυτούς που κυκλοφορούν ανάμεσά μας, για να κερδίσει την εύνοια των εξαπτέρυγων κι ένα οικοπεδάκι σε τόπο χλοερό. Κι έχει και κάτι φοβερά οπλάκια, όπως το Holy Shotgun (ένα τουφέκι striker με κοτσαρισμένο πάνω του έναν σταυρό), αμπούλες με αγιασμό απ’ τον Ιορδάνη και ένα σπιρτόκουτο με σκαθάρια. Κι έχει και την ικανότητα να ξαναγυρνάει στην κόλαση όποτε θέλει, βάζοντας τα παπούτσια του σε μια γάστρα με νερό. Κι έχει και την Rachel Weisz, που θέλει να σώσει την αδερφή της από την Κόλαση. Και βέβαια έχει και καρκίνο, πράγμα που σημαίνει ότι αυτό που δεν έχει, είναι χρόνος.

Ξεκινώντας σαν υβρίδιο του Dirty Harry με τους Ghostbusters και τον Εξορκιστή (η πρώτη σκηνή είναι ένας εξορκισμός όπου ο Constantine αποκαλεί τον δαίμονα «μαλάκα»), αποκτά μια γεύση από αλά Μάτριξ φιλοσοφία σουπερμάρκετ όταν ο Keanu αρχίζει να μιλά για την «πραγματικότητα πίσω απ’ την πραγματικότητα», και καταλήγει να σε κάνει να αισθάνεσαι εσύ ο δαιμονισμένος που χρειάζεται εξορκισμό, όταν φτάνει στο φινάλε που είναι πιο βασανιστικό κι απ’ το να ακούς τον αγουροξυπνημένο Keanu να σου απαγγέλλει τις Γραφές στα Λατινικά, και μάλιστα ανάποδα.

Μεταφέροντας στην οθόνη το underground comic της DC με τον γλαφυρό τίτλο Hellblazer, ο βετεράνος βιντεοκλιπας Francis Lawrence στήνει μια εντυπωσιακή ατμόσφαιρα film noir, γύρω από μια ταινία που δίνει καινούριο νόημα στον όρο camp, με τη θολούρα που επικρατεί στα θεολογικά ζητήματα που αγγίζει, τη γενικότερη περιρρέουσα αφέλεια στη δομή της, μα κυρίως και πάνω απ’ όλα, το ρεσιτάλ κακής, κακής ηθοποιίας από τον Neo. Συγγνώμη, τον Reeves.

Υποτίθεται πως καπνίζει «30 τσιγάρα την ημέρα από τα 15» και ακόμη κρατάει το τσιγάρο του σα φλώρος; Οι μύες του προσώπου είναι νεκροί; Χωρίς τα γυαλιά ηλίου του Matrix, δε δείχνει πιο spaced out από ποτέ; Ερωτήματα που θα κληθείτε να απαντήσετε κατά τη διάρκεια της ταινίας. Δεν ξέρω τι ακριβώς του βρήκαν οι δημιουργοί και κόλλησαν μαζί του, αλλά το ότι χρειάστηκε να μεταφέρουν όλη την ιστορία από το Λονδίνο (όπου αρχικά θα διαδραματιζόταν, όπως και στο κόμικ) στο Λος Άντζελες, επειδή ο πρωταγωνιστής δε μπορούσε με τίποτα να πετύχει πειστική βρετανική προφορά, λέει αρκετά. Άραγε ο Sting, στη φυσιογνωμία του οποίου είχε βασιστεί ο ήρωας του κόμικ, πώς να αισθάνεται τώρα;

Ωστόσο, το Constantine παίζει να είναι η πιο αποτελεσματική αντικαπνιστική προπαγάνδα που έχω δει. Με τον τρόπο που ρουφάει ο Keanu το τσιγάρο, και όλον αυτόν τον καπνό που κυκλοφορεί τριγύρω, μέχρι το διάλειμμα της προβολής είναι πιο πιθανό να σας έχει πιαστεί το στέρνο, παρά να έχετε χαρμανιάσει. Κι αυτό από ανθρωπιστικής απόψεως δεν είναι άσχημο.

Όπως και να ’χει, δεν αποκλείεται σε κάνα δυο χρόνια να διπλασίαζα τη βαθμολογία της ταινίας αν την ξαναέγραφα, μόνο και μόνο για το camp value και τις αμέτρητες κωμικές στιγμές που -άθελά της- προσφέρει.

Όνειρο του Σκύλου, To - Review

Το Όνειρο του Σκύλου
(3/5)

Σκηνοθεσία: Άγγελος Φραντζής
Σενάριο: Άγγελος Φραντζής, Σπύρος Κρίμπαλης
Παίζουν: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, Άρης Σερβετάλης, Λίνα Σακκά, Πέγκυ Τρικαλιώτη

Μαγευτική ατμόσφαιρα που ενισχύεται από τα μεθυστικά traveling της κάμερας στις πανέμορφα φωτογραφημένες ασχημογειτονιές της Αθήνας. Οι ζωές τεσσάρων φαινομενικά άσχετων μεταξύ τους ανθρώπων, συνδέονται μέσα από τις ονειρικές διαδρομές του αφηγητή, και πλαισιώνονται από αρκετούς δευτερεύοντες χαρακτήρες, σχετικά άσχετους με την εξέλιξη της ιστορίας, αλλά και πάλι όμορφα στημένους και χρησιμοποιημένους. Βέβαια δεν περνάει απαρατήρητο ότι η οργανική τους λειτουργία στο σενάριο του Άγγελου Φραντζή και του Σπύρου Κρίμπαλη, είναι να ωθούν την ιστορία προς το τέλος της, χωρίς να αναγκάζονται οι σεναριογράφοι να επικεντρωθούν στους κεντρικούς τους ήρωες και να τους στηρίξουν σεναριακά, αλλά πάλι έτσι δε γίνεται στα όνειρα; Οι χαρακτήρες δε χρειάζεται να εξελιχθούν, γιατί όλοι οι χαρακτήρες των ονείρων σου, δεν είναι παρά αντανακλάσεις κομματιών του εαυτού σου.

Αν και ο βασικός πυρήνας της πλοκής είναι δύο παράλληλα εξελισσόμενα love stories, συχνά-πυκνά ο Φραντζής ξεστρατίζει και παρακολουθεί διάφορες υποπλοκές που ελάχιστη σύνδεση έχουν με το στόρι, κι έτσι δε δίνεται ούτε αρκετός χώρος στην ιστορία να πάει κάπου, αλλά ούτε και στους τρεις σημαντικούς ηθοποιούς της νέας γενιάς του ελληνικού κινηματογράφου-τηλεόρασης (Τρικαλιώτη, Μαρκουλάκης, Σερβετάλης, η Σακκά είναι επιπλέον και μια οπτασία) να αναπτύξουν ιδιαίτερα τις ικανότητές τους. Όμως η σταθερά σε υψηλά επίπεδα αισθητικής και αποτελεσματικότητας ατμοσφαιρικότητα, ο υπνωτιστικός ρυθμός και η φωτογραφία, καταφέρνουν να σχεδιάσουν την ονειρική νεφέλη που χρειάζεται η ταινία για να απορροφήσει τον θεατή, που εν τέλει καλείται να βρει και να εκτιμήσει την ομορφιά στην απλότητα των όσων παρακολουθεί, και να μην ξεχάσει ότι στο τέλος, όλα αυτά είναι ένα όνειρο.


Oscars 2005 - Aftermath

«Καλώς ήρθατε στην 77η και τελευταία απονομή των Βραβείων της Ακαδημίας». Προφητικός μάλλον για το τέλος της καριέρας του στη θέση του οικοδεσπότη των Όσκαρ, παρά για τα ίδια τα Όσκαρ, ο Chris Rock άνοιξε τη μεγάλη βραδιά με ένα από τα πιο μακροσκελή εναρκτήρια λογύδρια στην ιστορία του θεσμού, όπου σατίρισε (ή προσπάθησε να σατιρίσει) τον Bush, τη βιομηχανία παραγωγής και προώθησης αστέρων που είναι το Hollywood, και το ρατσισμό κατά των μαύρων και υπέρ των Εβραίων, που μετά βίας επέτρεψε να βγει στις αίθουσες το Passion of the Christ ενώ συνεχώς βομβαρδίζει τις αίθουσες με ταινίες που διακωμωδούν τους Aφροαμερικανούς. Συγχέοντας την κακία με την καυστικότητα, ο Rock έδωσε αρκετές αφορμές στους απαισιόδοξους που περίμεναν ότι ο μαύρος κωμικός θα είναι καταστροφή για τα Όσκαρ, να τρίψουν τα χέρια τους.

Η πιο άνευρη και επίπεδη εισαγωγή που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια, ακολουθήθηκε από έλλειψη εκπλήξεων, καθώς όλα τα βραβεία απονεμήθηκαν στα φαβορί (4 στα 4 τα προγνωστικά μας, απίστευτο ε;), με τον Aviator του Martin Scorsese να παίρνει τα 5 βραβεία είχε σίγουρα, και το Million Dollar Baby του Clint Eastwood προς το τέλος της βραδιάς να σαρώνει τους μεγάλους τίτλους. Ο Ελληνοαμερικανός Alexander Payne ανέβηκε για πρώτη φορά στο podium έχοντας ήδη δύο υποψηφιότητες πίσω του, για να παραλάβει το Όσκαρ διασκευασμένου σεναρίου για το Sideways, ενώ ο Μάνος Χατζηδάκης έχασε το ρεκόρ του να είναι ο μόνος νικητής Όσκαρ τραγουδιού με μη αγγλόφωνο στίχο, όταν το φετινό αντίστοιχο Όσκαρ πήγε στο Al Oltro Lado Del Rio της ταινίας Diarios de Motocicleta.

Με το Όσκαρ Β’ Γυναικείου ρόλου για την εκπληκτική ερμηνεία της Cate Blanchett ως Catherine Hepburn, καθώς κι αυτά της καλλιτεχνικής διεύθυνσης, των κοστουμιών, του μοντάζ και τις φωτογραφίας, ο Aviator μάζεψε τα περισσότερα αγαλματίδια της βραδιάς. Ωστόσο, με το Όσκαρ Σκηνοθεσίας και Ταινίας να πηγαίνει στο ψυχόδραμα του Clint, την Hillary Swank που κρατούσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο και τον Morgan Freeman στο δεύτερο αντρικό, να σηκώνουν τα αντίστοιχα βραβεία, δεν μπορεί να αμφιβάλλει κανείς, ότι ο μεγάλος νικητής της βραδιάς ήταν το Million Dollar Baby. Όσο για τον Marty… better luck next time.

Τα βραβεία στις 8 μεγάλες κατηγορίες, πήγαν στους:
Α’ Ανδρικός: Jamie Foxx / RAY
Β’ Ανδρικός: Morgan Freeman / M$B
Α’ Γυναικείος: Hillary Swank / M$B
Β’ Γυναικείος: Cate Blanchett / THE AVIATOR
Πρωτότυπο Σενάριο: Charlie Kauffman / ETERNAL SUNSHINE OF THE SPOTLESS MIND
Σκηνοθεσίας: Clint Eastwood / M$B
Ταινίας: Μ$Β
Ξενόγλωσσης Ταινίας: MAR ADENTRO

Machinist, The - Review

The Machinist – Ο Άγρυπνος
(3/5)

Σκηνοθεσία: Brad Anderson
Σενάριο: Scott Kosar
Παίζουν: Christian Bale, Jennifer Jason Leigh, Aitana Sanchez-Gijon

Ένας εργάτης εργοστασίου, αρχίζει να αμφισβητεί την ψυχική του ισορροπία, όταν λόγω χρόνιας αϋπνίας και κακής διατροφής το μυαλό του αρχίζει να του παίζει περίεργα παιχνίδια, και να του θολώνει την πραγματικότητα.

Ατμοσφαιρικό, υποβλητικό, εξαιρετικά φωτογραφημένο από τον Xavi Giminez, και αριστοτεχνικά σκηνοθετημένο από τον Brad Anderson, αλλά ελλειπτικά γραμμένο από τον σεναριογράφο Scott Kosar, το Machinist έχει ένα πολύ μεγάλο ατού, που διαγράφει το τεμπέλικο κι ασυνεπές φινάλε του: έναν πρωταγωνιστή που τρεφόταν με ένα μήλο και μια κονσέρβα τόνο την ημέρα για ένα μήνα, προκειμένου να χάσει τα 30 κιλά που απαιτούσε ο ρόλος.

Ο 30χρονος βρετανός ηθοποιός, που αν δεν θυμάστε από το Velvet Goldmine, ή το American Psycho, σίγουρα θα προσέξατε στο Μαντολίνο του Λοχαγού Κορέλι, βρίσκεται καιρό τώρα σε πορεία εκτόξευσης προς το stardom. Εδώ όμως, θα έχετε την ευκαιρία να τον παρακολουθήσετε σε πραγματικό ρεσιτάλ τόσο αφοσίωσης στο ρόλο, όσο και ερμηνείας. Και τι ειρωνεία, κάνει την καλύτερη εμφάνισή του, σε αυτό που μάλλον θα είναι η τελευταία του ανεξάρτητη ταινία, μιας και ήδη έχει φορέσει τη μάσκα του Batman.

Ο Bale είναι το δυνατότερο χαρτί της ταινίας, σε μια πολυεπίπεδη, στιβαρή ερμηνεία που δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης. Αν αυτός ο άνθρωπος δεν αρχίσει να κερδίζει πολλά βραβεία πολύ σύντομα, πολύ φοβάμαι ότι θα χάσω τον ύπνο μου.


Copyright © 2012 Movies for the Masses, Challenging common sense since 2004. Your ticket is
Contact us at moviesforthemasses@gmail.com. Subscribe by RSS or E-mail.