The Last Airbender (2010): Clip φιλόδοξης αποτυχίας
Δες/κρύψε το TV spot #4
Το αποκορύφωμα μιας σειράς κακόγουστων ενσταντανέ κλιμακούμενης παιδαριώδους αφέλειας καμουφλαρισμένης με ψαρωτικές δηθενιές επιβλητικότητας, αποκάλυψε στα προχθεσινά βραβεία του MTV η Paramount, στη μορφή ενός clip της ταινίας που φαίνεται πώς θ’ αποδειχθεί η πιο φιλόδοξη κι η πιο βαβουριάρικη αποτυχία της πτωτικής πορείας του M. Night Shyamalan. Που αφού βαρέθηκε να τρώει τη μούρη του σε κριτικές και ταμειακές αποτυχίες, προσπαθώντας να αφηγηθεί ενήλικες ιστορίες με εσάνς μπαρόκ παραμυθιού, είπε να γυρίσει στις μικρότερες ηλικίες, γυρίζοντας κάτι που η προώθηση προωθεί ως οικογενειακή περιπέτεια, δίχως όμως να έχει κάτι να δείξει για τα μέλη της οικογένειας που έχουν τελειώσει την πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Δημογραφικό που αποτελούσε άλλωστε και το κύριο κοινό που στόχευε η σειρά κινουμένων σχεδίων του Nickelodeon, στην οποία και βασίστηκε η ταινία, πρώτη από μια προγραμματισμένη τριλογία που συμπαράγει το κινηματογραφικό παρακλάδι του καλωδιακού καναλιού, που ανήκει στις δυνάμεις του δικτύου του MTV, που ανήκει στη Viacom, που έχει και την Paramount κι όλοι μαζί κάνουν την ωραία παρέα που φέρνει στην μεγάλη οθόνη την ιστορία του Aang, του υπεραιωνόβιου δωδεκάχρονου, που εκτός από χαβαλετζής πιτσιρικάς με έφεση στη λούφα, είναι και η τελευταία μετενσάρκωση του Avatar. Τουτέστιν, η ανθρώπινη μορφή του πνεύματος του πλανήτη, που εκτός απ’ το χάρισμα να χειραγωγεί τα τέσσερα θεμελιώδη στοιχεία της φύσης, έχει και την αποστολή να φροντίζει ώστε να ζουν ειρηνικά οι υπόλοιποι άνθρωποι, που είναι χωρισμένοι σε τέσσερις φυλές, με την κάθε μία να μπορεί να χειραγωγεί από ένα στοιχείο.
Αλί, όμως, το έθνος της φωτιάς έχει ανάψει, κι η επέλαση του στρατού του, κοντεύει να πνίξει στη στάχτη όλον αυτόν τον μυθολογικό κόσμο, που αντλεί στοιχεία καθολικά και αποκλειστικά απ’ τις ανατολίτικες φιλοσοφίες, επιστήμες και κοσμοθεωρίες, σ’ ένα μείγμα που ανακάτευε στιλ κι επιρροές από anime και αμερικάνικο cartoon, για να φτιάξει την αισθητική που το είχε κάνει μια απ’ τις πιο δημοφιλείς και πολυβραβευμένες σειρές κινουμένων σχεδίων στην τηλεοπτική εποχή της. Αισθητική που δεν φαίνεται να είχε και μεγάλη σημασία ούτε για τον Shyamalan, ούτε βέβαια για την Paramount, που βρήκε ευκαιρία να μπάσει στις αίθουσες ένα ήδη εδραιωμένο franchise με αφοσιωμένο fan base, το οποίο όμως φρόντισε να εξοργίσει, ξεπλένοντας την κιτρινίλα απ’ το δέρμα των πρωταγωνιστών, για να ηρεμήσει τα ξενοφοβικά ματάκια με αμερικανόφατσες, ως πιο οικείες και λιγότερο απωθητικές. Και fan base το οποίο θα φροντίσει να ταλαιπωρήσει κιόλας, αφού η εταιρεία θα προσπαθήσει να βγάλει κι εκείνο το ξύγκι απ’ τη μύγα που κυνήγησε και το Clash of the Titans (2010) με την τρισδιαστατοποίηση της ταινίας κατόπιν εορτής, βάζοντας άλλη μια χαρακιά στην εξευτέλιση ενός format, που πέρσι περίμεναν τα στούντιο ως Μεσσία και φέτος μεταχειρίζονται σα νταβατζήδες.
Δημογραφικό που αποτελούσε άλλωστε και το κύριο κοινό που στόχευε η σειρά κινουμένων σχεδίων του Nickelodeon, στην οποία και βασίστηκε η ταινία, πρώτη από μια προγραμματισμένη τριλογία που συμπαράγει το κινηματογραφικό παρακλάδι του καλωδιακού καναλιού, που ανήκει στις δυνάμεις του δικτύου του MTV, που ανήκει στη Viacom, που έχει και την Paramount κι όλοι μαζί κάνουν την ωραία παρέα που φέρνει στην μεγάλη οθόνη την ιστορία του Aang, του υπεραιωνόβιου δωδεκάχρονου, που εκτός από χαβαλετζής πιτσιρικάς με έφεση στη λούφα, είναι και η τελευταία μετενσάρκωση του Avatar. Τουτέστιν, η ανθρώπινη μορφή του πνεύματος του πλανήτη, που εκτός απ’ το χάρισμα να χειραγωγεί τα τέσσερα θεμελιώδη στοιχεία της φύσης, έχει και την αποστολή να φροντίζει ώστε να ζουν ειρηνικά οι υπόλοιποι άνθρωποι, που είναι χωρισμένοι σε τέσσερις φυλές, με την κάθε μία να μπορεί να χειραγωγεί από ένα στοιχείο.
Αλί, όμως, το έθνος της φωτιάς έχει ανάψει, κι η επέλαση του στρατού του, κοντεύει να πνίξει στη στάχτη όλον αυτόν τον μυθολογικό κόσμο, που αντλεί στοιχεία καθολικά και αποκλειστικά απ’ τις ανατολίτικες φιλοσοφίες, επιστήμες και κοσμοθεωρίες, σ’ ένα μείγμα που ανακάτευε στιλ κι επιρροές από anime και αμερικάνικο cartoon, για να φτιάξει την αισθητική που το είχε κάνει μια απ’ τις πιο δημοφιλείς και πολυβραβευμένες σειρές κινουμένων σχεδίων στην τηλεοπτική εποχή της. Αισθητική που δεν φαίνεται να είχε και μεγάλη σημασία ούτε για τον Shyamalan, ούτε βέβαια για την Paramount, που βρήκε ευκαιρία να μπάσει στις αίθουσες ένα ήδη εδραιωμένο franchise με αφοσιωμένο fan base, το οποίο όμως φρόντισε να εξοργίσει, ξεπλένοντας την κιτρινίλα απ’ το δέρμα των πρωταγωνιστών, για να ηρεμήσει τα ξενοφοβικά ματάκια με αμερικανόφατσες, ως πιο οικείες και λιγότερο απωθητικές. Και fan base το οποίο θα φροντίσει να ταλαιπωρήσει κιόλας, αφού η εταιρεία θα προσπαθήσει να βγάλει κι εκείνο το ξύγκι απ’ τη μύγα που κυνήγησε και το Clash of the Titans (2010) με την τρισδιαστατοποίηση της ταινίας κατόπιν εορτής, βάζοντας άλλη μια χαρακιά στην εξευτέλιση ενός format, που πέρσι περίμεναν τα στούντιο ως Μεσσία και φέτος μεταχειρίζονται σα νταβατζήδες.
Previously on Movies for the Masses: Toy Story 3 (2010): Οι νέες φατσούλες