Χώρα Προέλευσης (2010): Συνέντευξη Σύλλα Τζουμέρκα
Ξεκίνησε με δυο μικρού μήκους που τον έφτασαν μέχρι τις Κάνες, του χάρισαν διακρίσεις σε Δράμα και Τσεχοσλοβακία και του έφεραν ένα Κρατικό Βραβείο Ποιότητας. Συνέχισε, επτά χρόνια μετά την πρώτη του εμφάνιση, με ένα μεγάλου μήκους ντεμπούτο, που ήταν στο στόμα όλων των επαϊόντων, απ’ τις αρχές του 2009 που ολοκληρωνόταν, ως ένας απ’ τους πλέον πολυαναμενόμενους τίτλους της ελληνικής κινηματογραφικής αναγέννησης. Ήταν μια απ’ τις ταινίες που περιμέναμε να εμφανιστεί σε κάποιον απ’ τους τρεις μεγάλους ευρωπαϊκούς φεστιβαλικούς σταθμούς απ’ τις αρχές της προηγούμενης σαιζόν. Όχι τυχαία, λοιπόν, ο Σύλλας Τζουμέρκας, με τη Χώρα Προέλευσης, βρέθηκε τον περασμένο Σεπτέμβρη, να κάνει την παγκόσμια πρώτη του στη Sala Darsena, στο Lido της Βενετίας. Λίγα εικοσιτετράωρα αργότερα, επέστρεψε στα πάτρια για να παρουσιάσει την ταινία του στο ελληνικό κοινό, ως ταινία έκπληξη σε έναν κατάμεστο Δαναό στις Νύχτες Πρεμιέρας, και τώρα, είναι έτοιμος να συναντήσει τους ανθρώπους για τους οποίους πραγματικά μιλάει, βγαίνοντας στις αίθουσες την ερχόμενη Πέμπτη, με την υποστήριξη του Movies for the Masses.
Η πρώτη μεγάλου μήκους δουλειά του, ήρθε σαν φυσική συνέχεια των δυο μικρών του, αφού μοιράζεται μαζί τους την ίδια ανατρεπτική προσέγγιση στην κινηματογραφική γλώσσα και την αδιαφορία για τις στρωτές φόρμες, μέσα στις οποίες έχεις συνηθίσει να σου σερβίρονται ταινίες. Αυτή του η αδιαφορία, ήταν και το πιο δύσκολο στοίχημα της ταινίας, τόσο στον τρόπο που θα εντασσόταν στις απαιτήσεις της διάρκειας μιας μεγάλου μήκους δουλειάς, όσο και στο πώς οι δημιουργοί της θα έβρισκαν τον τρόπο να την πλασάρουν σε παραγωγούς και χρηματοδότες, για να μπορέσουν να την περάσουν απ’ το χαρτί στην οθόνη. Παραδόξως, σε μια αγορά που δεν παίρνει ρίσκα εύκολα, το project είχε την ευτυχία να αγκαλιαστεί τόσο από μια δυνατή ομάδα ηθοποιών, όσο και από δυο εταιρείες και μια παραγωγό, που έχουν τα τελευταία χρόνια δείξει ασυνήθιστη τόλμη και διορατικότητα, στις δουλειές που επιλέγουν να στηρίξουν: η βραβευμένη και πολυταξιδεμένη Ακαδημία Πλάτωνος (2009), ήταν άλλος ένας τίτλος της Pan Entertainment που βόλταρε στη Βενετία φέτος, ενώ η Μαρία Δρανδάκη ήταν πίσω και απ’ το επίσης βενετσιάνικο Casus Belli, που σάρωσε αργότερα τη Δράμα, αλλά και απ’ την Ιστορία 52 (2008), που είχε ξεκινήσει απ’ το Rotterdam και είχε φτάσει μέχρι και το Toronto μεταξύ άλλων. Επιπλέον, παραγωγός στην ταινία ήταν βέβαια και η Φαντασία Οπτικοακουστική με τον Θάνο Αναστόπουλο, και κάπως έτσι, ένα από τα πιο δυναμικά και τολμηρά ελληνικά ντεμπούτα των τελευταίων ετών, κατάφερε να γίνει πραγματικότητα. Τα υπόλοιπα, όπως λένε, είναι Ιστορία, χαμένη στη θολούρα της ταχύτητας με την οποία κύλησαν οι εξελίξεις. Ακόμα και σήμερα, ο Τζουμέρκας δεν δείχνει σίγουρος να σου πει πώς ακριβώς κατάφερε, με το καλησπέρα σας, να φτάσει στο παλαιότερο των ευρωπαϊκών φεστιβάλ, πέρα απ’ το ότι για να το κάνει, χρειάστηκε δυνατό στομάχι, μεγάλες αντοχές, και πάνω απ’ όλα να μην ξεχάσει στιγμή, ότι αυτό που κάνει, πρέπει να το κάνει γιατί το αγαπάει και το γουστάρει. Κι ελπίζει να νιώσεις κι εσύ κάτι αντίστοιχο, όταν θα πας να το δεις στην αίθουσα, αν και σε θέλει να το αντικρίσεις όσο πιο απροετοίμαστος μπορείς, για να νιώσεις στα σπλάχνα σου, τη γροθιά που σου έχει ετοιμάσει. Για να πάρεις έτσι και μια ιδέα για την επόμενη δουλειά του, για την οποία δεν θέλει ακόμη να πει τίποτα, έστω κι αν έχει επιλεγεί να διαγωνιστεί στην ερχόμενη Θεσσαλονίκη, για τη χρηματοδότηση σεναρίου του Balkan Fund.