Vénus Noire (2010)
Σκηνοθεσία: Abdellatif Kechiche
Σενάριο: Abdellatif Kechiche, Ghalia Lacroix
Παίζουν: Yahima Torres, Andre Jacobs, Olivier Gourmet
Δες/Κρύψε το trailer
Από το 1810 μέχρι και το θάνατό της το 1815, μια γυναίκα με τα συνηθισμένα χαρακτηριστικά της φυλής των Khoikhoi, στεατοπυγία και sinus pudoris, περιφέρονταν σα θέαμα, σαν Αφροδίτη των Οτεντότων, στην Ευρώπη. Στις σημειώσεις της παραγωγής, ο Abdellatif Kechiche εξηγεί τους λόγους για τους οποίους ήθελε να γυρίσει τη Μαύρη Αφροδίτη (2010), κατά κύριο λόγο τη ταύτιση με το να σε βλέπουν σαν Άραβα ή Αφρικάνο και όχι σαν άνθρωπο ή καλλιτέχνη, αλλά αποφεύγει να αναφέρει πως έπρεπε πρώτα να κάνει το Κους Κους και Φρέσκο Ψάρι (2007), μια κριτική και κάπως εμπορική επιτυχία, για να μπορεί να ασχοληθεί στη συνέχεια και με κάποιο project πάθους. Με αυτό το κλειδί, μπαίνεις εύκολα και στο κεφάλι του δημιουργού, για να βρεις εκεί τη πρόθεσή του να αποφύγει ένα ακόμα γκομενόδραμα, ένα εύκολο εξιλεωτικό μελόδραμα, μια ακόμα περιφορά του σκελετού της Sarah Baartman σαν άφεση αμαρτιών σε όσους συνεχίζουν να τις διαπράττουν. Η Αφροδίτη του Kechiche παρουσιάζει, παρά καταδικάζει ή καν "εκθέτει" τη πολιτισμική άγνοια, τη προσεγγίζει διαπεραστικά μέχρι να αισθάνεσαι τη κάμερα κάτω από το πετσί σου, συναίσθημα όχι και τόσο εύκολο άμα εκεί κρύβονται οι αυταπάτες, τα κοκορέματα ή στη σπάνια περίπτωση οι ενοχές σου, συνειδητή δυσκολία που την έχει ήδη αποδείξει η.. σκασμένη υποδοχή της ταινίας από αρκετούς δημοσιογράφους από τη περσινή Βενετία ακόμα, και η αδιαφορία του κοινού στη Γαλλία έπειτα. Η αφήγηση, αν εξαιρέσεις το προοίμιο του τέλους στην αρχή της, εξελίσσεται χρονικά, με αφετηρία τις πρώτες παραστάσεις της Baartman στο Piccadilly, αλλά ο Kechiche τη μετατρέπει και σε διαπεραστική της κοινωνικής διαστρωμάτωσης, αφού η άτυχη γυναίκα περνάει από τον Νοτιοαφρικάνο Hendrick Caezar που τη πήγε στο Λονδίνο, σε κάποιον Γάλλο θηριοδαμαστή Réaux που τη περιφέρει στα ανώτερα και όλο πιο décadent σαλόνια της χώρας του, μέχρι τον Georges Cuvier, επικεφαλή του θηριοτροφείου του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας του Παρισιού, τον.. ανωτερότερο και πιο μορφωμένο απ' όλους, που την αντιμετωπίζει φυσικά και απόλυτα σα ζώο. Στη πορεία ο σκηνοθέτης αναδημιουργεί με λεπτομέρεια όλα τα στάδια εξέτασης της Baartman από το κοινό, τη περιέργεια, το φόβο, τον ερωτισμό, τη.. ψυχαγωγία της όλης φάσης, και παρά τις κατηγορίες για παρόμοια με του Cuvier κλινική ψυχρότητα και παρόμοια με του Réaux θηριοδαμαστική σκληρότητα, προσαρμόζει τη δημιουργική του υπογραφή, κόβει σαφώς πιο γρήγορα, αντικαθιστάει αυτό το ντοκιμενταρίστικο lingering της κάμεράς του με την αποσπασματικότητα κρυφής, σίγουρα σκοπεύει να μεταφέρει στο θεατή την εμπειρία του να είναι το υποκείμενο (και όχι απλά παρών).
Το τόξο της αφήγησης είναι εμπρεπώς κατάμαυρο, κατάδυση στην απόγνωση, ο Kechiche μάλλον προσαρμόζει γι' αυτό τον σκοπό και τον ιστορικό χαρακτήρα του Caezar, τον μετατρέπει σε κάποιον που έχει τη Baartman υπηρέτρια "μέλος της οικογένειάς" του αντί για σκλάβα, χρησιμοποιεί μια απίστευτη.. παράσταση σε τρεις γλώσσες από τον Andre Jacobs (που υποδύεται τον Caezar), για να σε πάει από τις φρούδες ελπίδες στις φρουδότερες, από κάπως συμπαθητικούς εκμεταλλευτές σε στυγνότερους, και ανατροφοδοτεί ανηλέητα τον κύκλο αδιαφορώντας για τις (ήδη εκτοξευμένες πλέον) κατηγορίες για επαναληψιμότητα, εξετάζει φυσικά τους (διαφορετικούς και.. εξελιγμένους κάθε φορά) θεατές και όχι το (παρόμοιο και πιο παρακμιακό κάθε φορά) θέαμα. Η ταινία μένει πιστή και στην εποχή της, τα πιθανά για λόγους προϋπολογισμού εσωτερικά γυρίσματα επιτείνουν τη κλειστοφοβία και τη μαυρίλα που σου πλακώνει τη ψυχή, ο Kechiche δε χάνει όμως την ευκαιρία, στη σκηνή της δίκης του Caezar για δουλεμπόριο, να τονίσει ότι.. τίποτα δεν άλλαξε, ότι και στις αρχές του 19ου αιώνα οι Ευρωπαίοι θεωρούσαν τον εαυτό τους προοδευμένο, απαλλαγμένο από τις βαρβαρότητες του παρελθόντος τους, και με τις ευαισθησίες τους, και με τα όλα τους. Και κυρίως με την άγνοιά τους στη καλύτερη, βέβαια.
Απόψε στις 20:00 στο ΑΠΟΛΛΩΝ Cinemax Class 3D και από 21 Απριλίου στις αίθουσες